Εκτροχιάζουν τους προυπολογισμούς των ΟΤΑ οι σχολικοί φύλακες
Τα πάνω κάτω φέρνει απόφαση του Αρείου Πάγου η οποία αναγκάζει τους δήμους να καταβάλλουν στους σχολικούς φύλακες αναδρομικά ασφαλιστικών εισφορών και ενσήμων.
Σύμφωνα με τα νέα δεδομένα οι δήμοι είναι υποχρεωμένοι να βάλουν βαθιά το χέρι στη τσέπη και να κλείσουν τη σχετική οικονομική εκκρεμότητα. Η οφειλή αυτή είναι σχεδόν αδύνατο να καλυφθεί από κρατικές επιχορηγήσεις και το …………
ελληνικό δημόσιο καθώς κρίθηκαν ως υπεύθυνοι οι δήμοι.
Ήδη σε ορισμένες περιπτώσεις τα δημοτικά συμβούλια αναγκάζονται να προχωρήσουν σε αναμόρφωση του προϋπολογισμού τους προκειμένου να καλύψουν το επιπλέον οικονομικό κόστος που προκύπτει. Ενδεικτικό παράδειγμα ο δήμος Ηρακλείου Αττικής, ο οποίος μετά τη δικαίωση των 15 σχολικών φυλάκων είναι υποχρεωμένος να τους καταβάλλει αποζημίωση ύψους 268.000 ευρώ. Το ποσό αυτό αφορά στα χρόνια απασχόλησης 2001-2008.
Οι σχολικοί φύλακες είχαν προσληφθεί μέσω ειδικού προγράμματος, μέσω της ΕΕΤΑΑ. Μετά από πολλά έτη βρέθηκε ειδική φόρμουλα για τη τακτοποίηση τους. Ωστόσο τα ποσά που λάμβαναν πριν την μετατροπή των συμβάσεών τους σε αορίστου χρόνου υπολειπόταν κατά πολύ σε σχέση με αυτά που δικαιούνται. Για το λόγο αυτό ξεκίνησαν δικαστικό αγώνα προκειμένου να διεκδικήσουν αντίστοιχα ποσά με εκείνα που είχαν λάβει όσοι μονιμοποιηθήκαν με το Π/Δ 164/2004.
Σύμφωνα με την απόφαση 05/2011 του Αρείου Πάγου οι συμβάσεις που είχαν συναφθεί μέσω της ΕΕΤΑΑ με τους δήμους θεωρούνται ως εξαρτημένη εργασία αορίστου χρόνου. Μάλιστα στο σχετικό κείμενο επισημαίνεται ότι “εργοδότης τους ήταν ο οικείος Δήμος, ο οποίος, ως αρμόδιος για τη φύλαξη κτιρίων που βρίσκονται μέσα στην περιοχή του, ήταν το πρόσωπο που αποδεχόταν την προσφορά των υπηρεσιών των εναγόντων και ότι, αντίθετα, ο φορέας, ο οποίος διαχειριζόταν απλώς τις πιστώσεις, που σύμφωνα με το Πρόγραμμα διατίθεντο από τον ΟΑΕΔ για την πληρωμή τους, δεν είχε αποκτήσει την ιδιότητα. Οι διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου που είχαν συνάψει, θεωρούνται ως εξαρτημένη εργασία αορίστου χρόνου, δεδομένου ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του άρ. 11 του π.δ. 164/2004”.