Να ξαναγίνει η πατρίδα μας κιβωτός σωτηρίας και ελπίδας
Δημήτρης Νατσιός,δάσκαλος-Κιλκίς
«…Οι πελαργοί, όταν οι γέροι γονιοί τους γυμνωθούν τελείως από το πέσιμο των φτερών που γίνεται στα γεράματα, τους περικυκλώνουν και τους ζεσταίνουν με τα φτερά τους, τους ετοιμάζουν άφθονη τροφή και τους βοηθούν, όσο είναι δυνατόν, στην πτήση, σηκώνοντάς τους απαλά με το φτερό και από τις δύο μεριές.
Και αυτό είναι τόσο πολύ γνωστό, ώστε μερικοί και την ανταπόδοση των ευεργεσιών να την ονομάζουν αντιπελάργωσιν». (ΕΠΕ 4, 318). Του Μεγάλου Βασιλείου αυτό το ηλιοστάλαχτο κείμενο. Όταν γεράσουν οι πελαργοί, τα παιδιά τους, τους παίρνουν στα φτερά τους και τους σηκώνουν ψηλά… Αντίδωρο ευγνωμοσύνης για τους κόπους των γονέων τους. Σπουδαίο μάθημα, μεγαλοπρεπής εικόνα. «Εις αντιπελάργωσιν», το ονομάζει ο άγιος. Έτσι πρέπει να γίνει και με την πατρίδα μας, που έπεσε, αλλά δεν ξέπεσε. Προδομένη, συκοφαντημένη, φτωχή και γερασμένη. Περιμένει, καρτερά τα παιδιά της, όσα ακόμη την σέβονται και την αγαπούν, να την πάρουν στα σφριγηλά φτερά τους εις ανταπόδοση των ευεργεσιών της. Είναι η μάνα μας η πατρίδα, είναι βράχος, και
«όταν γερά η μάνα
και άλλο κε μπορεί
ατότε θέλ’ βοήθειαν,
ατότε θέλ’ ζωήν», όπως όμορφα τραγουδά ο Ποντιακός Ελληνισμός, από τους ευλογημένους τόπους που έζησε και ο Μέγας Βασίλειος.
Γιορτάζουμε την Πρωτοχρονιά, τον Μέγα Βασίλειο, που τόσο αγαπούσε και σεβόταν ο λαός μας, όταν ακόμη βαστούσε το ρωμαίικο ήθος. Λένε κάποιοι δοκησίσοφοι της σήμερον ότι η Εκκλησία, οι ιερείς, οι ιεράρχες της δεν πρέπει να παίρνουν θέση για θέματα της πολιτείας, αλλά να κοιτούν τα του οίκου τους. Για την Εκκλησία όμως «τύπος και υπογραμμός» είναι οι άγιοι, οι οποίοι δεν δίσταζαν να συγκρουστούν και με τον Καίσαρα, όταν αυτός νομοθετούσε κατά του ποιμνίου της. «Την βασιλέως φιλίαν μέγα μεν ηγούμαι μετ’ ευσεβείας, άνευ δε ταύτης, ολεθρίαν αποκαλώ», θα πει ο άγιος Βασίλειος στον αιρετικό αυτοκράτορα Ουάλη, όταν τον απειλεί. Έχουμε σήμερα ευσεβείς άρχοντες;
Υποταχτήκαμε στις άπληστες συμμορίες και «αγορές» και γονατίζουμε από τα καταστρεπτικά δάνεια. «Να μη δεχτείς ποτέ δανειστή, που σε πολιορκεί. Να μην ανεχθείς ποτέ να σε αναζητούν, για να βρουν τα ίχνη σου και να σε συλλάβουν σαν άλλο θήραμα (οι τοκογλύφοι). Το δάνειο είναι η αρχή του ψεύδους∙ είναι αφορμή αχαριστίας, αγνωμοσύνης και επιορκίας. Άλλα λέει εκείνος που δανείζεται και άλλα εκείνος που δανείζει… Είσαι φτωχός τώρα, αλλά ελεύθερος. Όταν δανειστείς, όχι μόνο δεν θα πλουτίσεις, αλλά θα χάσεις και την ελευθερία σου…
Η φτώχεια δεν φέρνει καμμιά ντροπή. Γιατί λοιπόν να προσθέτουμε στον εαυτό μας τη ντροπή του δανείου; Κανείς δεν θεραπεύει τα τραύματά του με άλλο τραύμα, ούτε θεραπεύει το ένα κακό με άλλο κακό, ούτε επανορθώνει τη φτώχεια με τόκους. Είσαι πλούσιος; Μη δανείζεσαι. Είσαι φτωχός; Μη δανείζεσαι». (Μεγ. Βασιλείου, «ΙΔ΄ Ψαλμ. και περί τοκιζόντων, 2 ΕΠΕ 5, 78-80). Αν μορφώνονταν οι γενιές των Ελλήνων με τέτοια κείμενα, αλλιώς θα ήταν τα πράγματα. Αλλά τι να πεις για ένα κράτος, ελληνώνυμο, που έχει στην ουσία καταργήσει την γιορτή των Τριών Ιεραρχών, δηλώνοντας ότι δεν θέλει να έχει καμμιά σχέση με την παιδεία των Πατέρων, τα γράμματα που διαβάζουνε οι αγράμματοι κι αγιάζουνε. Μόνο η Παιδεία του Γένους και όχι τα τωρινά άθεα γράμματα, «μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να μείνουν αγράμματοι, σαν τον Μακρυγιάννη, να μάθουν, να πάρουν την χάρη του λαού του Θεού και τότε να γίνουν, οι αγράμματοι, οι καλύτεροι πεζογράφοι μας». («Άγιον Όρος και η Παιδεία του Γένους μας»).
Τα κράτη, τα έθνη, σε αντίθεση με τους βιολογικούς οργανισμούς, πρώτα αποσυντίθενται και μετά πεθαίνουν. Βλέπουμε με οδύνη γύρω μας τα σημάδια-τα σημεία και τέρατα-αυτής της αποσύνθεσης. Κυρίως με την πνευματική γενοκτονία που συντελείται στο πάλαι ποτέ ελληνικό σχολείο. Ξεβαπτίζονται και ξεμυρίζονται τα παιδιά μας, γι’ αυτό αγρίεψαν και θα χαθούμε. Καιρός είναι να επιστρέψουμε στα γράμματα του Μεγάλου Βασιλείου. Στην πειθαρχία και την υπακοή. Όχι σε ένα άχαρο και σκυθρωπό σχολείο, αλλά στο σχολείο της ελευθερίας και της μάθησης.
Καινοτομία μεγαλειώδης, κι ας παρεξηγηθώ από τους αθεράπευτα προοδομανείς, θα ήταν η επαναφορά του πολυτονικού συστήματος γραφής, η ιστορική ορθογραφία, η αρτιμελής. Είναι μια θαυμάσια άσκηση πειθαρχίας. Πολλοί μαθητές σήμερα γράφουν χωρίς καν να κοιτούν το γραπτό. Δεν ενδιαφέρονται για τα λάθη, πλήρης απειθαρχία. Γράφουν, για παράδειγμα, την λέξη «αγαπώ», πολλές φορές άτονη. Στην ιστορική της γραφή όφειλε ο μαθητής να γνωρίζει δύο κανόνες. Ότι παίρνει ψιλή λόγω του αρχικού φωνήεντος και περισπωμένη ως συνηρημένο ρήμα. Πειθαρχούσε σε κανόνες, δεν «αλήτευε» ο νους του. Επαναφορά της ορθογραφίας, της «έκθεσης ιδεών». Σήμερα τα παιδιά δεν σκέπτονται με λέξεις, αλλά με εικόνες και κινούμενα σχέδια. Στο δημοτικό να καταργηθούν οι νέες τεχνολογίες, μάθημα μόνο μέσω κειμένων. Όχι τις «συνταγές μαγειρικής» των νυν περιοδικών ποικίλης ύλης, τάχα και βιβλία Γλώσσας, αλλά με τα αρώματα και τα μύρα που μας κληροδότησαν οι σπουδαίοι μάστορες του ελληνικού λόγου. Επιμορφωτικά σεμινάρια στους δασκάλους, όχι για το πώς θα «διδάξουν» την σεξουαλική αγωγή, φροντιστήρια αποαθωοποίησης ουσιαστικά, αλλά πώς θα ανακτήσουν το κύρος τους έναντι των μαθητών, πώς θα εμπνεύσουν και πάλι, πώς η αίθουσα θα ξαναγίνει χώρος παράδοσης. «Πάω για παράδοση», έλεγε ο καθηγητής και εννοούσε ότι έμπαινε στην τάξη να διδάξει, γιατί ακριβώς παρέδιδε την κληρονομιά των προγόνων. «Αρχέτυπον βίου, νόμος έμψυχος και κανών αρετής», πρέπει να είναι κατά τον Μέγα Βασίλειο ο δάσκαλος.
Τα σκουπίδια που μαζεύτηκαν είναι πολλά και το χαλί μικρό, δεν τα κρύβει. Ανίκανοι και ανίδεοι οι κυβερνώντες να αντιληφθούν το πρόβλημα, μοιράζουν επιδόματα, ασπιρίνες σε βαθιά άρρωστο οργανισμό. Κοντόφθαλοι, χωρίς όραμα, σκέπτονται μόνο τις επόμενες εκλογές, την διατήρηση των προκλητικών προνομίων. Γι’ αυτούς το νέο έτος που ξημερώνει είναι απλά έτος εκλογών και… επανεκλογών. Κι αυτό είναι το πιο απογοητευτικό.
Είναι καιρός πια η πατρίδα από κρουαζερόπλοιο ψευτοευημερίας, να ξαναγίνει κιβωτός σωτηρίας και ελπίδας. Φτάνει πια με τους πολύξερους, με την «επηρμένη οφρύν», τους αταπείνωτους κοσμοπολίτες της μιας πεντάρας.