O μπακάλης από την Κόνιτσα που έδωσε τ΄ όνομά του στα Εξάρχεια
Προς τα τέλη του 1800 ο Ηπειρώτης Βασίλειος Έξαρχος ανοίγει ένα μεγάλο παντοπωλείο στη συμβολή των οδών Θεμιστοκλέους και Σόλωνος. Η φήμη του γρήγορα εξαπλώνεται, καθώς οι τιμές του, ειδικά στο λάδι, είναι ασυναγώνιστες. Όλοι οι Αθηναίοι σπεύδουν στον Έξαρχο να ψωνίσουν καλά και φθηνά προϊόντα. Η περιοχή γίνεται πλέον γνωστή με τ΄όνομα του μπακάλη και τη φωνάζουν Εξάρχεια.Βασίλειος Έξαρχος
Όλοι ξεχνούν την ονομασία «Προάστιον» που καθιερώθηκε από τη δεκαετία του 1830, όταν μια «χούφτα» μαστόρων από τις Κυκλάδες, την Πελοπόννησο και την Ήπειρο έφτασαν στην απελευθερωμένη Αθήνα, για να συμβάλλουν στην οικοδόμηση της πρωτεύουσας.
Είναι οι μάστορες και οι εργάτες που εργάστηκαν για να κτιστούν τα Ανάκτορα του Όθωνα, το Πανεπιστήμιο, το Οφθαλμιατρείο, και άλλα σημαντικά κτίρια της πόλης. Σε κάθε στενό οι κάτοικοι έδωσαν ονόματα που είχαν σχέση με την Επανάσταση, γι΄αυτό και σήμερα οι δρόμοι των Εξαρχείων έχουν ηρωικά ονόματα, όπως Τζαβέλλα, Μεσολογγίου, Μάνης, Ναυαρίνου, Βαλτετσίου, Δερβενίων, Ζαλόγγου, Νικηταρά, Μαυροκορδάτου, Γραβιάς, Κωλέττη, Λόντου κ.α.
Ο μεγαλύτερος δρόμος ήταν η οδός Προαστίου, η οποία το 1928 μετονομάστηκε σε Εμμανουήλ Μπενάκη.
Τα σημερινά Εξάρχεια, όπως ήταν το 1882! Τότε η περιοχή λεγόταν «Πιθαράδικα», επειδή εκεί υπήρχαν συγκεντρωμένα εργαστήρια, που κατασκεύαζαν πιθάρια.
Μέχρι και την εμφάνιση του μπακάλη Βασίλη Έξαρχου οι Αθηναίοι προσφωνούσαν τη συνοικία και Πιθαράδικα, καθώς από εκεί αγόραζαν πιθάρια για τα σπίτια τους.
Την πρώτη ύλη οι πιθαράδες την προμηθεύονταν από το λατομείο που βρισκόταν στον λόφο πάνω από τα Εξάρχεια και στα χρόνια της τουρκοκρατίας ονομαζόταν Πινακωτά (παραφθορά της τουρκικής λέξης Μπινεκντάσι, που σημαίνει πέτρα ή ψηλός βράχος). Εκτός από πηλό, το νταμάρι τροφοδότησε με πέτρα σχεδόν όλα τα σπίτια που έχτισαν οι φτωχοί Αθηναίοι .
Ο λόφος αποκτήθηκε από την οικογένεια του αξιωματικού Στρέφη, που κατοικούσε κοντά στο λατομείο και έτσι πήρε το όνομά του. Μία μέρα η σύζυγος του αξιωματικού βρήκε τα απλωμένα ασπρόρουχα κατακόκκινα από τη σκόνη του λατομείου. Η κρεβατομουρμούρα ήταν τρομερή και ο αξιωματικός αναγκαστικά έστειλε στρατιώτες να πάρουν δέντρα από τη Γεωπονική Σχολή και να τα φυτέψουν στο λατομείο.
Το 1914 για άγνωστους λόγους ο λόφος απαλλοτριώθηκε από το δημόσιο και μέχρι το 1940 διαμορφωνόταν συνεχώς σε μια καταπράσινη γωνιά για τους Αθηναίους. Χάρη στην μπουγάδα της κυρίας Στρέφη, το νταμάρι έγινε ένας υπέροχος λόφος αναψυχής.