«Τυχεροί» όσοι αγρότες γεννήθηκαν μέχρι και το 1950, αφού απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση που συνταξιοδοτηθούν και συνεχίσουν να καλλιεργούν τα χωράφια τους.
Οι… νεότεροι θα επιβαρύνονται κανονικά με τις εισφορές που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου, ενώ μια άλλη μερίδα αγροτών υπό συνταξιοδότηση θα χάνει το 60% της σύνταξης σε περίπτωση που παράγει.
Το κρίσιμο όμως για τον αγροτικό κόσμο δεν είναι η περικοπή της μικρής -έτσι κι αλλιώς- σύνταξης, αλλά η καταβολή των αναλογικών ασφαλιστικών εισφορών επί του τζίρου παραγωγής που δηλώνουν κάθε χρόνο.
Αυτό ενδιαφέρει τους περισσότερους που διαβάζουν και ξαναδιαβάζουν τις σχετικές διατάξεις του νόμου και τις εγκυκλίους που ακολούθησαν για να δουν σε ποια από τις τρεις κατηγορίες υπάγονται.
Βεβαίως, η απαλλαγή μερίδας αγροτών από την καταβολή εισφορών επί του «αγροτικού τζίρου» στερεί από τον πολύπαθο ΕΦΚΑ ένα σημαντικό ποσό, που θα πρέπει να το… πληρώσει κάποιος άλλος.
Τι ισχύει με δύο λόγια:
1. Όλοι οι νέοι συνταξιούχοι που καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από 13/05/2016 και μετά, ενώ παράλληλα εργάζονται, θα υποστούν σύμφωνα με το άρθρο 20 του νόμου Κατρούγκαλου περικοπή 60% της σύνταξης (και μάλιστα επί του μικτού ποσού). Η έννοια της εργασίας αφορά και στην ενασχόληση με αγροτικές δραστηριότητες.
2. Αντίθετα από τον «κόφτη» απαλλάσσονται οι παλαιοί συνταξιούχοι του Δημοσίου, ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ-ΜΜΕ κ.λπ., όλων δηλαδή των πρώην Ταμείων κύριας ασφάλισης, πλην ΟΓΑ, οι οποίοι ήταν ήδη συνταξιούχοι ή είχαν ήδη καταθέσει αίτηση έως και 12/5/2016 και ασκούσαν αγροτική δραστηριότητα. Τα ίδια πρόσωπα θα απαλλάσσονται και από την υποχρεωτική καταβολή ασφαλιστικών εισφορών υπέρ ΕΦΚΑ για το αγροτικό τους εισόδημα.
3. Διαφορετικό μοντέλο με μεταβατική περίοδο θα ισχύσει για τους συνταξιούχους αγρότες. Σύμφωνα με πρόσφατη εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ εξαιρούνται από τον «κόφτη» του 60%, λόγω του ότι το μοντέλο «εθνικής-ανταποδοτικής» σύνταξης που επεκτάθηκε και στις παροχές του ΟΓΑ θα αγγίξει τα επίπεδα του 60% περί τα τέλη του 2024, γεγονός που όμως δεν ισχύει για τις λοιπές κατηγορίες των συνταξιούχων.
Με άλλα λόγια, οι κατ’ επάγγελμα αγρότες που είναι ήδη συνταξιούχοι ή θα συνταξιοδοτηθούν μέχρι 31/12/2024 μπορούν κανονικά να επιδίδονται σε αγροτικές ενασχολήσεις και να διεκδικούν τις εκάστοτε επιδοτήσεις, ανεπηρέαστοι από την απειλή του 60%, εφόσον ο «κόφτης» θα ισχύσει για πρώτη φορά σε όσους κατ’ επάγγελμα αγρότες συνταξιοδοτηθούν από το 2025 και μετά.
Ειδικότερα, η εγκύκλιος προβλέπει:
-Οι ασφαλισμένοι στον πρώην ΟΓΑ, γεννηθέντες το έτος 1950, που συμπληρώνουν το έτος 2017 το 67ο έτος της ηλικίας τους, οι οποίοι μετά από σχετικό έγγραφο - πρόσκληση του Διοικητή του πρώην Οργανισμού, το οποίο τους είχε αποσταλεί πριν από την έναρξη λειτουργίας του ΕΦΚΑ, είχαν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης και στους οποίους έχει ζητηθεί η καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών από τον ΕΦΚΑ για το χρονικό διάστημα από 1/1/2017 μέχρι και την προηγούμενη ημέρα της έναρξης συνταξιοδότησης (1/7/2017), για λόγους χρηστής διοίκησης δεν θα καταβάλουν τις εν λόγω εισφορές. Όσοι δε από τους προαναφερόμενους υποψήφιους συνταξιούχους έχουν ήδη καταβάλει τις ασφαλιστικές αυτές εισφορές, θα τους επιστραφούν από τον ΕΦΚΑ.
Διευκρινίζεται επίσης ότι για τους γεννηθέντες μετά την ανωτέρω ημερομηνία ασφαλισμένους στον πρώην ΟΓΑ, είναι υποχρεωτική η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης ή διακοπής της ασφάλισης, εφόσον στη δεύτερη περίπτωση προκύπτει διακοπή άσκησης της δραστηριότητας πριν από την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης.
-Περαιτέρω δε, για την ίδια ως άνω κατηγορία ασφαλισμένων, δεν απαιτείται η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας για την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης στον ΕΦΚΑ, σε περίπτωση που αυτοί συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους για την οποία είχαν υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΓΑ πριν από τη συνταξιοδότησής τους, δεδομένου ότι οι ρυθμίσεις του άρθρου 20 του ν. 4387/2016, όπως σας έχουμε ήδη γνωρίσει με την αριθ. Φ.10034/18282/566/20.4.2017(ΑΔΑ: Ω6ΣΛ465Θ1Ω-Κ5Π) εγκύκλιο του Υπουργείου μας, έχουν εφαρμογή μόνο για όσους θα συνταξιοδοτηθούν από 1-1-2025 και εφεξής.
Για τον ίδιο λόγο, η ανωτέρω κατηγορία δεν υποχρεούνται και στην καταβολή ασφαλιστικών εισφορών μετά τη συνταξιοδότηση, εφόσον συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους για την οποία είχαν πριν από τη συνταξιοδότηση υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΓΑ.
Επισημαίνεται, πάντως, ότι στη σχετική αίτηση για συνταξιοδότηση ο υποψήφιος συνταξιούχος από τον πρώην ΟΓΑ θα συμπληρώνει σχετικό πεδίο από το οποίο θα προκύπτει η συνέχιση ή μη της δραστηριότητας για την οποία ήταν ασφαλισμένος στον πρώην ΟΓΑ, προκειμένου να έχουν οι υπηρεσίες του ΕΦΚΑ τα σχετικά στοιχεία.
-Σε ό,τι αφορά στους συνταξιοδοτηθέντες από τους λοιπούς πλην του πρώην ΟΓΑ φορείς κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο μέχρι 12/5/2016, καθώς και εκείνους στους οποίους η έναρξη καταβολής σύνταξης ανατρέχει μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία (σχετική η αριθ. Φ.80000/οικ. 29713/779/30.6.2016 εγκύκλιος, ΑΔΑ: ΩΓ74465Θ1Ω-ΡΞ9), οι οποίοι έχουν εισόδημα από άσκηση αγροτικής δραστηριότητας, δεν ήταν υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον πρώην ΟΓΑ μέχρι 31/12/2016 και θα εξακολουθήσουν να μην είναι υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ από 1/1/2017 λόγω άσκησης αγροτικής δραστηριότητας, και να μην εμπίπτουν και στις διατάξεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016.
-Επισημαίνεται ότι πρόθεση του Υπουργείου Εργασίας είναι η θέσπιση ρύθμισης για ενιαία έναρξη συνταξιοδότησης για όλους τους ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς. Μέχρι όμως την ολοκλήρωση των ανωτέρω διαδικασιών, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις που προβλέπονται από τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις κάθε εντασσόμενου στον ΕΦΚΑ φορέα.
Ως εκ τούτου, ως ημερομηνία έναρξης της συνταξιοδότησης λόγω γήρατος για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ εξακολουθεί να είναι η 1/7 του 67ου έτους της ηλικίας τους, κατά την οποία θα χορηγείται τόσο το ποσό της σύνταξης που προκύπτει κατ' εφαρμογή των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του πρώην ΟΓΑ όσο και το ποσό της σύνταξης που προκύπτει κατ' εφαρμογή των ρυθμίσεων του ν.4387/2016 για την εθνική και ανταποδοτική σύνταξη, στην αναλογία που ορίζεται κατ' έτος από το άρθρο 99 του ν.4387/2016.
Την άδικη αντιμετώπιση των συνταξιούχων ανέδειξε πρόσφατα η βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Εύη Χριστοφιλοπούλου, ζητώντας από τον αρμόδιο υφυπουργό κ. Τάσο Πετρόπουλο να εξετάσει το ζήτημα και για τις άλλες κατηγορίες συνταξιούχων, όταν το εισόδημα δεν είναι υψηλό, ώστε να μην αδικούνται και να μην εγκαταλείψουν την καλλιέργεια της γης τους.
Η βουλευτής τόνισε: «Παρά την έκδοση της εγκυκλίου με την οποία δίνεται μια περιορισμένη χρονικά λύση μέχρι το έτος 2025 αποκλειστικά και μόνο για τους συνταξιούχους αγρότες (του πρώην ΟΓΑ), που συνεχίζουν την αγροτική τους δραστηριότητα μετά τη συνταξιοδότησή τους, είναι άδικο το γεγονός ότι αυτή δεν αφορά στους συνταξιούχους των άλλων Ταμείων που εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ. Το Υπουργείο Εργασίας αδικεί τους συνταξιούχους όλων των ασφαλιστικών ταμείων και αυτό πρέπει να διορθωθεί γιατί υπάρχουν συνταξιούχοι που συμπληρώνουν τον πενιχρό εισόδημά τους και απασχολούνται για λίγες ώρες την εβδομάδα λαμβάνοντας ημερομίσθιο».
Ωστόσο, ο κ. Πετρόπουλος απέφυγε να απαντήσει επί της ουσίας και να δεσμευτεί ότι θα εξετάσει το εν λόγω θέμα.
Το ζήτημα σχολιάζει και ο δικηγόρος, ειδικός σε θέματα ασφάλισης, κ. Γιώργος Κουτσούκος, επισημαίνοντας: «Πλην της αμφισβητούμενης διασταλτικής ερμηνείας του όρου "απασχόληση" και της στρεβλωτικής εξομοίωσής της ακόμη και με την περιστασιακή εκμετάλλευση χωρίς διάθεση βιοπορισμού, παρατηρητέο είναι ότι η εν λόγω ρύθμιση αφορά σχεδόν τους… μισούς Έλληνες, οι οποίοι μπορεί να κατέχουν ένα στρέμμα γης ή να παράγουν μερικά κιλά λάδι. Το βέβαιο είναι ότι πως αν διατηρηθεί ο ''τιμωρητικός'' χαρακτήρας της ρύθμισης, χωρίς να τεθούν συγκεκριμένα εύλογα και σαφή κριτήρια που να ανταποκρίνονται στις πραγματικές συνθήκες, η περαιτέρω συρρίκνωση των ήδη μειωμένων συντάξεων, λόγω της αλλαγής του τρόπου υπολογισμού τους, θα προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη δυσφορία, αλλά και έλλειψη εμπιστοσύνης στην προσπάθεια εξυγίανσης και εξισορρόπησης των ήδη υφιστάμενων αντιθέσεων».
Εκτός όμως από την περικοπή της σύνταξης, όσοι ετεροεπαγγελματίες (όχι αγρότες) έχουν έστω και ένα μικρό αγροτικό εισόδημα καλούνται να πληρώσουν διπλό χαράτσι στον ΕΦΚΑ.
Η πρόσθετη επιβάρυνση κυμαίνεται στα 40 ευρώ κατά μέσο όρο και μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 200 ευρώ τον μήνα, αν το εισόδημα είναι υψηλό. Το διπλό χαράτσι υπολογίζεται ότι θα υποστούν περίπου 500.000 ασφαλισμένοι που καλλιεργούν ένα μικρό χωράφι παράλληλα με την εργασία τους.
Για παράδειγμα, ελεύθερος επαγγελματίας που δηλώνει εισόδημα 4.000 ευρώ τον μήνα (48.000 ετησίως) εισπράττει 10.000 ευρώ ετησίως από την εκμετάλλευση αγροτικής καλλιέργειας. Ο συγκεκριμένος θα πληρώσει διπλό χαράτσι 12.936 ευρώ ετησίως για την επαγγελματική του δραστηριότητα και 2.095 ευρώ για το αγροτικό εισόδημα.
Πολλοί ετεροεπαγγελματίες είναι έτοιμοι να διακόψουν την αγροτική τους δραστηριότητα, αφού το χαράτσι του ΕΦΚΑ απορροφά το μικρό κέρδος που έχουν.