Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Θαύματα καὶ Ἀποκαλύψεις ἀπὸ τὴ Θεία Λειτουργία (Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου - Ωρωπού Ἀττικῆς)
Ὁ ΑΒΒΑΣ Μάρκος ὁ Αἰγύπτιος παρέμενε γιὰ τριάντα ἔγκλειστος, χωρὶς νά βγαίνει καθόλου ἀπὸ τὸ κελί του. Γιὰ χάρη του, ὁ πρεσβύτερος τῆς Σκήτης πήγαινε έκεί καὶ τελοῦσε τὴ θεία λειτουργία.
Ὁ διάβολος, ἐνοχλημένος ἀπὸ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἀρετὴ τοῦ ὁσίου, θέλησε νά τον πειράξει. Τοῦ ἔστειλε λοιπὸν κάποιον δαιμονισμένο, πού τοῦ εἶπε:
Ἀββᾶ, ὁ πρεσβύτερός σου βρωμάει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Γι' αὐτὸ μὴν τὸν ξαναβάλεις στὸ κελί σου.
Ὅλοι, ἀπάντησε ὁ ὅσιος, ἀφήνουν ἀπ' ἔξω τὴν ἀκαθαρσία. Ἐσὺ μόνο τὴν ἔφερες μέσα.
Μὴν ξεχνᾶς τί λέει ἢ Γραφή: «Μή κρίνετε ἶνα μὴ κριθεῖτε». Κι ἂν εἶναι ὁ πρεσβύτερός μου ἁμαρτωλός, ὁ Θεὸς θὰ...
τὸν σώσει.
τὸν σώσει.
Ὅταν ἦρθε πάλι ὁ ἱερέας, ὁ ἀββᾶς τόν ὑποδέχθηκε μὲ μεγάλη χαρά.
Καὶ ὁ Θεός, βλέποντας τὴν ἀκακία τοῦ γέροντα, τοῦ ἔδειξε ἀποκαλυπτικὸ σημεῖο:
Ἐνῶ ὁ ἱερέας ἑτοιμαζόταν νά σταθεῖ μπροστὰ στὴν άγία τράπεζα γιὰ νά τελέσει τήν θεία μυσταγωγία, ἄγγελος Κυρίου κατέβηκε κι ἔβαλε τὸ χέρι του πάνω στὸ κεφάλι του. Απὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ὁ ἱερέας ἔγινε σὰν πύρινος στῦλος.
'Ἔκπληκτος ὁ ὅσιος ἀπὸ τὸ ὅραμα, ἄκουσε μία φωνὴ νά τοῦ λέει:
"Γιατί θαυμάζεις, ἄνθρωπε; "Ἄν ἕνας ἐπίγειος βασιλιᾶς δὲν ἀφήνει νά ἐμφανίζονται ρυπαροὶ μπροστά του οἱ μεγιστᾶνες του, πολὺ περισσότερο ἢ θεία δύναμη δὲν θὰ καθαρίσει ἀπὸ κάθε ρύπο τούς λειτουργοὺς τῶν άγίων μυστηρίων, ὅταν στέκονται μπροστὰ στὸ Βασιλιᾶ τῆς δόξας;"