Ἰησοῦς Χριστός: Καταζητεῖται
Γράφει ὁ Σταῦρος Σ. Φωτίου
Καταζητεῖται: Ἰησοῦς Χριστός,
ἄλλως Σωτήρας τῶν ἀνθρώπων.
Πνευματικός πατέρας ἀγαπητικής
κοινότητας πού ζητᾶ νά
μεταμορφώσει τόν κόσμο. Καταζητεῖται
γιά τά πιό κάτω ἐγκλήματα:
- Ἀποκαλύπτει ἕνα Θεό πού
ἀπελευθερώνει τούς ἀνθρώπους τόσο
ἀπό κάθε θεό-ἀφέντη
καί σαδιστή-πατέρα πού ἀρέσκεται
νά ταλαιπωρεῖ καί νά βασανίζει τά
παιδιά του, ὅσο καί ἀπό κάθε θεό-ἰδέα
καί πρῶτο κινοῦν ἀκίνητο πού ἀναπαύεται
] στήν αὐτάρκεια καί τή μακαριότητά
του ἀδιαφορώντας γιά ὁτιδήποτε
ἐκτός του.
- Φανερώνει τόν Θεό Ἀγάπη,
τήν Ἀγάπη Θεό, ἰδρυτική πράξη
τῆς ζωῆς καί μυστικό ἄξονα τοῦ
κόσμου, γύρω ἀπό τόν ὁποῖο «ζοῦμε
καί κινούμαστε καί εἴμαστε».
- Εὐαγγελίζεται τήν ἁρμονική
ἑνότητα τῶν πάντων, τήν
ἀγαπητική κοινωνία Θεοῦ, ἀνθρώπου
καί κτίσης.
- Τά ψευτοδιλήμματα καταργοῦνται: καί Θεός καί ἄνθρωπος· καί οὐρανός
καί γῆ· καί ὑλικό καί πνευματικό. Καί ἱστορία καί μεθιστορία· καί τοπικό καί
παγκόσμιο· καί λόγος καί σιωπή. Διαφορά καί ἑνότητα: ἀσυγχύτως καί
ἀδιαιρέτως.
- Ἐνσαρκώνει τή θυσιαστική αὐτοπροσφορά ἡ ὁποία προτείνει στόν
ἄνθρωπο τό μέγιστο δῶρο: τήν ἐλευθερία πού ἀγαπᾶ καί τήν ἀγάπη πού
ἐλευθερώνει.
- Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἕρμαιο οὔτε τῆς τύχης οὔτε τῆς βιολογίας οὔτε
τῆς κοινωνίας· εἶναι τέκνο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
- Ἀναδεικνύει τή....
φιλόθεη διάσταση τοῦ ἀνθρώπου, κομίζει μία νέα ὑπαρξιακή στοχοθεσία.
- Μαθαίνει στούς ἀνθρώπους τή ζωή τοῦ θαύματος καί τό θαῦμα τῆς
ζωῆς: τούς ἰκανώνει νά εὐφραίνονται τήν παιδική ἀθωότητα, τήν ὥριμη
δημιουργικότητα, τή γεροντική σοφία. Τούς ἀσκεῖ στήν ἐσωτερική
ἡσυχία, τή δημιουργική μαθητεία, τή χαρίτωση τῆς ζωῆς. Τούς δείχνει
ἐμπειρικά ὅτι βρίσκουν τόν ἑαυτό τούς μόνο ὅταν τόν δωρίζουν στούς ἄλλους.
Καλεῖ τούς πάντες σέ αὐτοκριτική, διδάσκει τήν τέχνη τῆς αὐτογνωσίας.
- Ζητᾶ τήν κάθαρση τοῦ ἔνδοθεν κόσμου, γι’ αὐτό καί στρέφει τά φοβερά
«οὐαί» τοῦ σέ ἐκείνους πού ἀρνοῦνται νά κατανοήσουν ὅτι μέγιστη ἁμαρτία
εἶναι ἡ αὐτάρκεια καί ἄρα ἡ μή ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ.
- Κατακρίνει τήν αὐτοδικαίωση καί τόν ὠφελιμισμό, τή σμίκρυνση
τῆς συνείδησης καί τή συσπείρωση στό ἐγώ, τονίζει τήν προσωπική
εὐθύνη γιά ὁλόκληρο τόν κόσμο.
- Στηλιτεύει τή στείρα καί ἄγονη προσκόλληση στό γράμμα καί στό νόμο,
ξεσκεπάζει τά ψεύτικα προσωπεῖα, καταγγέλλει τήν ὑποκρισία καί τή διπλή
ἠθική, ἀφυπνίζει ἀπό τό λήθαργο καί τή λησμοσύνη.
- Στιγματίζει τήν ψευτοευσέβεια καί τήν τυπολατρία πού χωρίζουν τόν Θεό
ἀπό τόν ἄνθρωπο, πού διαιροῦν «τό μυστήριο τοῦ ἀδελφοῦ» ἀπό
«τό μυστήριο τοῦ θυσιαστηρίου». Γι’ αὐτόν θυσία στόν Θεό σημαίνει διακονία
στόν ἄνθρωπο. Σ’ ὅσους ὑποκριτικά διαστέλλουν πνευματικότητα καί
κοινωνικότητα, οὐράνιο καί ἐπίγειο, θυμίζει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι «σωματικός
μέχρι τό πνεῦμα καί πνευματικός μέχρι τό σῶμα». Γι’ αὐτό «ἄν τό
πρόβλημα τοῦ δικοῦ μου ψωμιοῦ εἶναι θέμα ὑλικό, τό πρόβλημα τοῦ
ψωμιοῦ τοῦ διπλανοῦ μου εἶναι θέμα καί πνευματικό».
Κηρύττει ὅτι ἄνθρωπος δίχως συνάνθρωπο εἶναι ἄταφος νεκρός, ὅτι
ἡ παρουσία τοῦ ἄλλου εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῆς ζωῆς.
- Ἀποκηρύττει κάθε διάκριση σέ ἐχθρούς καί φίλους, συντρώγει μέ
τελῶνες καί πόρνες, μολονότι δάσκαλος πλένει τά πόδια τῶν
μαθητῶν του, δέχεται νά τόν ἀκολουθοῦν χωρίς ὅρους καί προϋποθέσεις.
- Στό νόμο τῆς ἐκδίκησης ἀντιτάσσει τή συγνώμη, στή βία παραθέτει
τήν καταλλαγή, στό παρελθόν προβάλλει τό μέλλον, ἐξοῦ καί
ἐπενδύει στή μετάνοια μίας μοιχαλίδας.
- Ὑπερασπίζεται τόν ἀδύνατο καί τόν περιθωριακό, τόν ξένο καί τόν
δεδιωγμένο, προσφέρεται σέ ὅλους ἀνεξαρτήτως χρώματος,
γλώσσας, ἔθνους, φυλῆς, θρησκείας, χαρακτηριστικῶν.
- Ἐπιτίθεται μέ δριμύτητα ἐνάντια στούς πλούσιους καί ἅρπαγες,
χωρίς νά χαρίζεται στούς φτωχούς πού τρέφουν τήν ἴδια βουλημία.
- Βεβαιώνει ὅτι ὅσο περισσότερο δίνεις τόσο περισσότερο πλουτίζεις·
ὅτι ὅσο λιγότερα ἔχεις τόσο περισσότερο εἶσαι· ὅτι κάθε κτήση
καί κατάκτηση –ὑλική καί πνευματική– καθηλώνει καί δεσμεύει τήν ἐλευθερία.
Ἐκλαμβάνει τή φύση ὡς τόν εὐρύτερο οἶκο τοῦ ἀνθρώπου, ἀναδεικνύει
τό κάλλος τῆς δημιουργίας, ἀποκρυπτογραφεῖ τούς λόγους τῶν ὄντων
καί πραγμάτων.
- Ὁ κόσμος εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ πού οἱ ἄνθρωποι μοιράζονται, εἶναι
τό παγκόσμιο τραπέζι τό ὁποῖο ὁ Πατέρας παραθέτει στά παιδιά του.
Καί ἐκεῖνα εὐχαριστώντας ἀναδημιουργοῦν τόν κόσμο καί ἡ ἀμοιβαιότητα
τῆς ἀγάπης αὐξάνει ἀκόμη περισσότερο.
Ἀπομυθοποιεῖ τήν προέλευση καί τήν ἰσχύ τῆς ἐξουσίας, καυτηριάζει
κάθε ἡγεσία ἡ ὁποία ὑποβιβάζει τόν ἄνθρωπο σέ ποσοστιαία μονάδα,
ὑποδουλώνοντας τόν στίς δικές της ἄνομες ἐπιδιώξεις.
- Ἀλήθεια δέν εἶναι ἡ ἐξουσία· ἐξουσία εἶναι ἡ ἀλήθεια. Κατά συνέπεια
ἡ ἀλήθεια δέν ἐκφέρεται ἄνωθεν καί ἔξωθεν, ἀλλά βιώνεται ἀπό τούς
καθαρούς στήν καρδιά καί τούς πεινῶντες τή δικαιοσύνη, τούς
κεκρυμμένους δίκαιους, τούς πενθοῦντες γιά τήν ἀλλοτρίωση καί
τήν ἀποξένωση αὐτοῦ του κόσμου.
Σχετικοποιεῖ κάθε νόμο καί θεσμό, κομίζει τό μήνυμα ὅτι πρίν καί
πάνω ἀπ’ ὅλα βρίσκεται ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος, ἐδῶ καί τώρα,
πάντα καί παντοῦ.
- Τό ἀνθρώπινο πρόσωπο δέν εἶναι ἀναγώγιμο σέ τίποτε. Ὅλα ὀφείλουν
νά λειτουργοῦν χάριν τοῦ ἀνθρώπου, ἄλλως αὐτονομοῦνται καί ἐκπίπτουν
τοῦ σκοποῦ τους. Γι’ αὐτό κάθε ἀποπροσωποίηση καί κατηγοριοποίηση
τῶν ἀνθρώπων ἀπορρίπτεται ἀσυζητητί.
- Ἡ ἀφηρημένη ἀνθρωπότητα καί ἡ ἀφηρημένη ζωή ἀντικαθίστανται
ἀπό τούς ὑπαρκτούς ἀνθρώπους, τή ζῶσα ζωή. Ὁ ἔρωτας καί ἡ φιλία,
ἡ τρυφερότητα καί ἡ στοργή πρέπει νά ἔχουν βιωματικό ἀντικρυσμα,
πρέπει νά ἐνσαρκώνονται στή ζωή.
Ἀνατρέπει κάθε συμβατική ἱεράρχηση ἀξιῶν.
- Ἄνθρωποι πού δέν γίνονταν δεκτοί στά δικαστήρια διαλέγει νά
εἶναι οἱ μάρτυρες τῶν πιό σημαντικῶν γεγονότων τῆς ζωῆς του: Φτωχοί
βοσκοί τῆς γέννησής του, περιφρονημένες γυναῖκες τῆς ἀνάστασής του.
Μιλᾶ γιά τά πλέον πνευματικά θέματα μέ μία γυναίκα ὕποπτης ἠθικῆς
καί τά ἀνυπεράσπιστα παιδιά διαλέγει ὡς σύμβολο ὅσων θά μποῦν
στή βασιλεία του.
Ἐπιπλέον, σκανδαλίζει τούς πάντες:
- Ἐκείνους, πού ὅπως οἱ Φαρισαῖοι, τόν θέλουν ὑπήκοο τῆς καθιερωμένης
τάξης πραγμάτων, λάτρη καί τηρητή τοῦ γράμματος καί τοῦ νόμου.
Λησμονώντας πώς «οἱ τελῶνες καί οἱ πόρνες μᾶς προάγουν στή βασιλεία
τῶν οὐρανῶν».
- Ἐκείνους, πού ὅπως οἱ θρησκόληπτοι, τόν θέλουν στά μέτρα τους,
κλεισμένο σέ μία ὁμάδα «καθαρῶν» καί «σεσωσμένων», ἀδιάφορο γιά
τή δραματική πορεία τῆς ἱστορίας. Λησμονώντας «πῶς ἀνάγκη ἀπό γιατρό
δέν ἔχουν οἱ ὑγιεῖς ἀλλ’ οἱ ἀσθενεῖς».
- Ἐκείνους, πού ὅπως οἱ μαθητές τοῦ πρίν τήν Πεντηκοστή, τόν θέλουν
ἐπίγειο ἄρχοντα καί κοσμικό ἀφέντη, γιά νά πάρουν καί αὐτοί ἕνα ἀξίωμα,
νά βολευτοῦν σέ μία θέση, νά ἀμειφθοῦν τελοσπάντων γιά τούς κόπους τους.
Λησμονώντας πώς «ὅποιος ὑψώνει τόν ἑαυτό του θά ταπεινωθεῖ,
κι ἐκεῖνος πού ταπεινώνει τόν ἑαυτό του θά ὑψωθεῖ».
-Ἐκείνους, πού ὅπως οἱ ἄβουλοι Ἰουδαῖοι, τόν θέλουν πολιτικό λάβαρο
καί ἰδεολογική σημαία, γιά νά ἐναποθέσουν τίς εὐθύνες τους, γιά νά
ἐπενδύσουν τίς ἐλπίδες τους, γιά νά φορτώσουν τίς ὅποιες ἐνοχές τους.
Λησμονώντας πώς ἡ σωτηρία εἶναι ἀγώνας προσωπικός, μαρτύριο
αἵματος καί μαρτυρία συνειδήσεως.
- Ἐκείνους, πού ὅπως οἱ σταυρωτές του, ψάχνουν γιά ἀποδείξεις,
ζητοῦν θαύματα γιά νά πιστέψουν, πού θυσιάζουν τήν ἐλευθερία
χάριν τῆς ἀσφάλειας. Λησμονώντας πώς «ὁ Θεός μπορεῖ νά κάνει
τά πάντα ἐκτός ἀπό τό νά ἀναγκάσει τόν ἄνθρωπο νά τόν ἀγαπήσει».
Θεραπεύει τίς ὑπαρξιακές ἀνισότητες, πού καμμιά ἀνθρωπομονιστική
κοινωνιολογική θεώρηση τῆς ζωῆς δέν μπορεῖ νά ἐξαλείψει:
- Αὐτές τῆς ὀμορφιᾶς, τῆς εὐφυίας, τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς.
- Αὐτός δημιουργεῖ μία νέα κοινωνία, τήν Ἐκκλησία, ὅπου, ἐπειδή μοιράζονται,
ἡ χαρά πληροῦται, ἤ δέ λύπη ἐκλείπει.
Ὅπως ἔκανε τό νερό κρασί γιά νά μήν στερέψει ἡ ἀνθρώπινη χαρά
ἔτσι μεταβάλλει καί τήν ἐπιβίωση σέ ζωή, ἀπέναντι δέ σέ κάθε μορφή
θανάτου εὐαγγελίζεται τήν Ἀνάσταση –εἰδοποιός διαφορά του ἀπό κάθε
ἄλλο σωτήρα. Ἅγιος Ἰσχυρός θραύει τά κλεῖθρα τοῦ σκότους καιι τοῦ ἅδη
καί ἡ ζωή ἡ πέρας οὐκ ἔχουσα, ἡ ζωοποιός μέθεξη μέ τόν Θεό,
πλημμυρίζει τόν κόσμο. Σέ αὐτή δέ τήν εὐφρόσυνη γιορτή προσκαλεῖ τούς πάντες.
Προειδοποίηση: Εἶναι ἰδιαιτέρως ἐπικίνδυνος. Κρίνει τούς πάντες.
Πρώτη δημοσίευση: Ἀρχιμ. Ἀθηναγόρας Δικαιάκος κ.α. (Ἐπιμ.), 2000 χρόνια μετά, Ἀθήνα: Ἀκρίτας,
1999, 73-77. Ἀναδημοσιεύεται μέ ἄδεια τοῦ συγγραφέα.
Ἀναπληρωτής Καθηγητής
Τμήματος Ἐπιστημῶν τῆς Ἀγωγῆς
Πανεπιστημίου Κύπρου