Αυτό που πρέπει να σταματήσει με κάθε θυσία, είναι ο δρόμος προς την καταστροφή και το χάος, ο οποίος είναι στρωμένος με τα μνημόνια – τονίζοντας πως μόνο τα μνημόνια είναι αυτά που εγγυώνται την έξοδο από την Ευρωζώνη και όχι η οικονομική κατάσταση της πατρίδας μας
Το πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα είναι το δημόσιο χρέος – το οποίο μπορούσε να εξυπηρετείται έως τα τέλη του 2014, αλλά όχι μετά, λόγω της πολιτικής των μνημονίων που βύθισε τη χώρα στην ύφεση. Δυστυχώς η κυβέρνηση που ανέλαβε την ηγεσία το 2015 με την υπόσχεση της ρήξης με τους δανειστές, μία θετική συμφωνία μαζί τους δηλαδή ή την άμεση στάση πληρωμών, συνθηκολόγησε προτού καν ξεκινήσει τη διαπραγμάτευση – με την αποδοχή του χρέους στις 20 Φεβρουαρίου του 2015, από τον τότε υπουργό οικονομικών της. Ως εκ τούτου, όλα όσα ακολούθησαν αμέσως μετά ήταν ανόητα και καταδικασμένα να αποτύχουν – αφού η Ελλάδα είχε ήδη παγιδευτεί στον εκβιασμό του τρίτου μνημονίου."Το χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, αφού προηγουμένως μας στέρησε την εθνική μας κυριαρχία, έχει αναχθεί πια σε εθνικό θέμα – αφού, εάν δεν ακολουθήσει η ονομαστική διαγραφή του άμεσα, θα βυθιστεί η Ελλάδα στο χάος. Επομένως θα μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος, με κίνδυνο να χάσει ακόμη και την εδαφική της ακεραιότητα – συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου.Ως εκ τούτου, είναι υποχρεωμένες όλες οι πολιτικές δυνάμεις να συνεργαστούν μεταξύ τους στο συγκεκριμένο θέμα, όπως στην περίπτωση που η χώρα μας θα ήταν αντιμέτωπη με μία στρατιωτική απειλή – στηριζόμενες φυσικά από το σύνολο των Πολιτών ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων, για τον ίδιο λόγο".
Το δεύτερο εξίσου μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας είναι πλέον το ιδιωτικό χρέος – το οποίο ναι μεν δεν έχει αυξηθεί απέναντι στις τράπεζες, αφού έχουν πάψει προ πολλού να δανείζουν τους Έλληνες, αλλά ένα μεγάλο μέρος του έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο και δεν εξυπηρετείται, επίσης λόγω της πολιτικής των μνημονίων. Για την ίδια αιτία έχει αυξηθεί το ιδιωτικό χρέος απέναντι στο κράτος και στους δημόσιους οργανισμούς – εξαιτίας δηλαδή των υπερβολικών φόρων, της ανεργίας, καθώς επίσης της κατάρρευσης των εισοδημάτων.
Εάν δεν επιλυθούν λοιπόν αυτά τα δύο μεγάλα προβλήματα, είναι αδύνατον να διενεργηθούν επενδύσεις τόσο εκ μέρους των Ελλήνων, όσο και των ξένων – αφού έχει χαθεί εντελώς η πιστοληπτική ικανότητα του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, ενώ κανένας δεν επενδύει σε μία χώρα που μειώνεται η ζήτηση, που οι μελλοντικές προοπτικές της είναι σκοτεινές, που όλο και περισσότεροι αδυνατούν να ανταπεξέλθουν με τις υποχρεώσεις τους κοκ. Χωρίς επενδύσεις όμως δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη ανάπτυξη, όπως άλλωστε φαίνεται από την εξέλιξη του ΑΕΠ (γράφημα) – οπότε η χώρα δεν είναι σε θέση να ξεφύγει από την ύφεση.
Επεξήγηση γραφήματος: Αναθεωρημένη εξέλιξη του ΑΕΠ της Ελλάδας ανά τρίμηνο
Περαιτέρω, για να λυθούν τα δύο αυτά μεγάλα προβλήματα θα πρέπει η Ελλάδα να ρισκάρει τη ρήξη με τους δανειστές της – έχοντας πλέον το ηθικό έρεισμα, αφού σε αυτούς οφείλονται πια και τα δύο. Όσον αφορά το πρώτο, το δημόσιο χρέος, δεν ήταν τόσο σοβαρό το 2010, όπου το κράτος είχε αντιμετωπίσει μεν προβλήματα ρευστότητας, αλλά όχι φερεγγυότητας – κυρίως ως αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, καθώς επίσης των λαθών της προηγούμενης κυβέρνησης που δεν φρόντισε να αντικαταστήσει έγκαιρα τα ομόλογα που έληγαν μαζικά το 2010.
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα ήταν φερέγγυα, ενώ μπορούσε να το αποδείξει με την κατάρτιση ενός κρατικού ισολογισμού όπως είχαμε τότε προτείνει, κατά το παράδειγμα της Νέας Ζηλανδίας – όπου δεν θα φαίνονταν μόνο τα χρέη της αλλά, επίσης, τα περιουσιακά της στοιχεία, τα οποία είχαν υπολογιστεί από το ΔΝΤ επίσημα, στα 300 δις € χωρίς τα ενεργειακά αποθέματα (πηγή), οπότε κάλυπταν όλα της τα χρέη (σήμερα βέβαια η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας, αλλά ένα δίδυμο πρόβλημα φερεγυότητας – του δημοσίου και του ιδιωτικού της τομέα).
Όσον αφορά το δεύτερο, δεν υπήρχε καθόλου το 2010, αφού ο ιδιωτικός τομέας της χώρας ήταν υγιέστατος – συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, οι οποίες χρεοκόπησαν από τον υπουργό που έκανε το έγκλημα να υπογράψει το PSI. Επομένως, οι Έλληνες δεν θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως «κακοπληρωτές» απαιτώντας τη διαγραφή χρεών, αφού δεν είναι αυτοί υπεύθυνοι για τα προβλήματα που τους προκάλεσαν τα μνημόνια μετά το 2010 – τα οποία τελικά κόστισαν στην Ελλάδα πάνω από 1 τρις €, έναντι δανείων με αποικιοκρατικές συμβάσεις της τάξης των 300 δις €.
Είναι δε αστείο να κυκλοφορούν γραφήματα, όπως αυτό που ακολουθεί, σύμφωνα με τα οποία το ασφαλιστικό κόστος στη χώρα μας, ως προς το ΑΕΠ, είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη – αφού οι «θεσμοί» έχουν συρρικνώσει με τα αποτυχημένα μνημόνια τους το ΑΕΠ μας κατά 28% σχεδόν, οπότε λογικά έχει αυξηθεί η σχέση ασφαλιστικό/ΑΕΠ, λόγω της μείωσης του παρανομαστή.
Επεξήγηση γραφήματος: Κόστος του ασφαλιστικού ως προς το ΑΕΠ
Φυσικά οι δανειστές, έχοντας πείσει αρκετούς Έλληνες πως είναι θύτες και όχι θύματα, μέσω της συνεχούς επισήμανσης των αδυναμιών του κράτους τους και των ίδιων σε υπερθετικό βαθμό (διαφθορά, διαπλοκή, φοροδιαφυγή κοκ.), αφού αυτό απαιτείται από τους κανόνες της χειραγώγησης των μαζών, δεν είναι καθόλου πρόθυμοι να δεχθούν τη διαγραφή – απειλώντας την Ελλάδα με την εκδίωξη της από την Ευρωζώνη, παρά το ότι η συμμετοχή της στο ευρώ είναι αμετάκλητη, ενώ ο μοναδικός τρόπος για να επιτευχθεί προϋποθέτει την προηγούμενη εκούσια έξοδο από την ΕΕ (ανάλυση).
Η τρομοκρατία που ασκούν σε μία χώρα που της επέβαλλαν τα τριπλά μέτρα ύφεσης από ότι στην επόμενη, στην Πορτογαλία, ενώ είναι η μοναδική που δεν στηρίζει η ΕΚΤ τα επιτόκια των ομολόγων της, καθώς επίσης που δεν της επιτρέπει να συμμετέχει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, επικεντρώνεται στο, παράνομο φυσικά, κλείσιμο των τραπεζών της – έχοντας πείσει τους Έλληνες πως τότε θα υποχρεώνονταν de facto να εγκαταλείψουν εκούσια την Ευρωζώνη.
Πρόκειται φυσικά για μία «άσφαιρη απειλή», εάν η οποιαδήποτε κυβέρνηση της χώρας λάμβανε στοιχειωδώς τα μέτρα της – όπως θα ήταν η εθνικοποίηση των τραπεζών, ένα δεύτερο νόμισμα εγγυημένο από το κράτος για την είσπραξη φόρων κοκ. Άσφαιρος είναι εκτός αυτού ο ισχυρισμός, σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύεται η Ελλάδα να δηλώσει στάση πληρωμών εντός της Ευρωζώνης, χρεοκοπώντας – αφού καμία ευρωπαϊκή σύμβαση δεν μπορεί να της το απαγορεύσει, ενώ η πτώχευση δεν αποτελεί επιλογή, αλλά αναγκαιότητα.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Από την άλλη πλευρά η Ελλάδα έχει πετύχει ένα θαύμα, μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία – κατορθώνοντας να επιβιώνει μετά από 8 χρόνια βαθιάς ύφεσης και επιβολής μέτρων βιβλικών διαστάσεων, έχοντας χάσει περισσότερο ΑΕΠ από ότι οι Η.Π.Α. το 1930 ή από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Ακόμη και σήμερα όμως συναντάει κανείς περισσότερους άστεγους στην Ισπανία ή στη Γερμανία, από ότι στη χώρα μας – ενώ οι ελληνικές εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, θα υπερβούν το 2017 το 30% του ΑΕΠ (ανάλυση), έναντι 45% περίπου της πρώτης εξαγωγικής χώρας του πλανήτη, της Γερμανίας.
Εάν λοιπόν η Ελλάδα, έχοντας ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα της όσον αφορά το εργατικό κόστος ανά μονάδα προϊόντος (γράφημα), στηριχθεί επενδυτικά, έτσι ώστε να καλύψει την ανταγωνιστικότητα που της λείπει λόγω της μη διενέργειας επενδύσεων, θα αναπτυχθεί με εντυπωσιακά γρήγορο ρυθμό – αφού έχει τρεις ισχυρότατους οικονομικούς πυλώνες, την ποιοτική γεωργία, τον τουρισμό και τη ναυτιλία, στους οποίους διαθέτει εξαιρετικά μεγάλα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.
Ειδικά όσον αφορά τη ναυτιλία, το γεγονός ότι ένα μικρό κράτος των 10 εκ. κατέχει την πρώτη θέση στον πλανήτη, ξεπερνώντας δυτικές χώρες όπως τις Η.Π.Α. των 300 εκ., την Ιαπωνία των 130 εκ. και τη Γερμανία των 80 εκ., αρκεί για να κάνει τους Έλληνες υπερήφανους – σημειώνοντας πως το 2017 αναμένονται 30 εκ. τουρίστες, αφού καμία άλλη χώρα δεν διαθέτει τόσα πολλά και πανέμορφα νησιά, ενώ ούτε καν στο ελάχιστο την πολιτιστική παράδοση της Ελλάδας.
Εάν δε η γεωργία μας αναπτυχθεί μέσω της διενέργειας επενδύσεων σε βαθμό που να καλύπτει μόνο τις εσωτερικές ανάγκες της χώρας και των ξενοδοχείων της, δεν χρειάζεται τίποτα άλλο – αυξάνοντας σημαντικά το ΑΕΠ της Ελλάδας. Με δεδομένο τώρα το ότι, οι τιμές των παγίων περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα ευρίσκονται στο ναδίρ, δεν υπάρχει καμία άλλη χώρα φθηνότερη, όσον αφορά τη διεξαγωγή επενδύσεων – κάτι που αργά ή γρήγορα θα συνειδητοποιηθεί, με θετικά αποτελέσματα για την οικονομία μας.
Επομένως οι Έλληνες δεν πρέπει να φοβούνται καθόλου για το μέλλον της χώρας τους, ενώ η πολιτική τους ηγεσία έχει πλέον το ηθικό έρεισμα να απαιτήσει τη διαγραφή του δημοσίου χρέους – χωρίς φυσικά να κάνει το λάθος να αποδεχθεί προτάσεις GREXIT τύπου Σόιμπλε, αφού δεν έχει κανένα λόγο, ενώ θα ήταν ανόητο και ανεύθυνο να εγκαταλείψει εκούσια την Ευρωζώνη.
Εάν βέβαια εξαναγκαστεί από τους δανειστές να το κάνει, με κάποιον τρόπο που δεν μπορούμε να φανταστούμε, δεν πρέπει επίσης να φοβηθούν οι Έλληνες – ενώ ασφαλώς θα μεσολαβούσαν διαπραγματεύσεις που θα διαρκούσαν τουλάχιστον όσο αυτές της Βρετανίας (δύο χρόνια μετά την εκούσια κατάθεση της αίτησης αποχώρησης).
Αυτό που όμως πρέπει να φοβούνται, οπότε οφείλει να σταματήσει με κάθε θυσία, είναι ο δρόμος προς την καταστροφή και το χάος, ο οποίος είναι στρωμένος με τα μνημόνια – τονίζοντας πως μόνο τα μνημόνια είναι αυτά που εγγυώνται την έξοδο από την Ευρωζώνη και όχι η οικονομική κατάσταση της πατρίδας μας.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει είτε εντός της θνησιγενούς Ευρωζώνης, είτε εκτός, εάν δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις – αρκεί να έχει η ίδια την πρωτοβουλία των κινήσεων και όχι οι δανειστές της, καθώς επίσης σχέδιο τόσο για το ένα, όσο και για το άλλο ενδεχόμενο.
Επίλογος
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη δεν οφείλεται στη Γερμανία αυτού καθεαυτού, αλλά στην κυβέρνηση της – επειδή αυτή έχει υιοθετήσει την πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα, μέσω της οποίας εκμεταλλεύεται τις υπόλοιπες χώρες παράγοντας πλεονάσματα εις βάρος τους (τα πλεονάσματα του ενός είναι τα ελλείμματα του άλλου). Εν τούτοις, για πρώτη φορά προηγείται στις δημοσκοπήσεις το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στη χώρα, το οποίο φαίνεται πως έχει διαφορετικές αντιλήψεις.
Ως εκ τούτου, θεωρούμε πως το μέλλον της Ευρωζώνης θα κριθεί από τις γερμανικές εκλογές και όχι από τις γαλλικές όπου, εάν κερδίσει ο κ. Schulz, θα είναι μάλλον θετικό τόσο για τη νομισματική ένωση, όσο και για την Ελλάδα – «μάλλον», επειδή θα φανεί από τις πρώτες πράξεις του, αφού δεν πρέπει να στηρίζεται κανείς σε λόγια.
Έχουμε την άποψη λοιπόν ότι, η Ελλάδα οφείλει μεν να καθυστερήσει τη λήψη αποφάσεων έως τότε, παίρνοντας τα μέτρα της για την πληρωμή των οφειλών του Ιουλίου, αλλά να είναι πλήρως προετοιμασμένη για την επόμενη ημέρα – έτσι ώστε, εάν δεν ξεκινήσουν αμέσως οι συζητήσεις για την ονομαστική διαγραφή του 50% των χρεών της, να είναι έτοιμη να προβεί σε στάση πληρωμών, για να δρομολογηθούν οι διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της. Εκτός εάν βέβαια αλλάξει κάτι στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, οπότε να αναγκασθεί να επιταχύνει τις διαδικασίες – γεγονός που σημαίνει ότι, πρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι έτοιμη για τη σύγκρουση, εάν και εφόσον χρειαστεί.
Analyst Team
Πηγή Analyst