Του Κώστα Γρίβα
Με μια πρώτη ματιά είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς την σπουδή των ΗΠΑ να εντάξουν στις ΝΑΤΟϊκές δομές τα Σκόπια, δεδομένου ότι με αυτόν τον τρόπο θα προκύψει ένα πιο εύθραυστο και δυσλειτουργικό ΝΑΤΟ. Πράγματι, με τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ, ο ανταγωνισμός των Σλάβων με τους Αλβανούς στο εσωτερικό του γειτονικού κρατιδίου, αλλά και ο ανταγωνισμός Σκοπίων-Αλβανίας, θα απειλεί ανά πάσα στιγμή την ενότητα της Συμμαχίας. Και συνακόλουθα θα απειλεί την αποτρεπτική της λειτουργία, η οποία βασίζεται σε ομόφωνες αποφάσεις.
Ταυτοχρόνως –και σε αντίθεση με ότι γενικώς πιστεύεται– η «επίλυση» του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων είναι πιθανόν να επιδεινώσει τον ανταγωνισμό με την Ελλάδα αντί να τον μειώσει. Μέχρι στιγμής, οι δύο χώρες συμβιούν σχετικώς αρμονικά, έχουν πολλά συνεργατικά στοιχεία στις οικονομικές και πολιτικές τους δράσεις και ο ανταγωνισμός για τη διεκδίκηση της ιστορικής κληρονομιάς της αρχαίας Μακεδονίας περιορίζεται στο ζήτημα του ονόματος.
Όμως, με το που θα «επιλυθεί» αυτό το ζήτημα με ένα σύνθετο όνομα που θα εμπεριέχει τον όρο Μακεδονία, τα Σκόπια είναι πολύ πιθανόν πως θα θεωρήσουν ότι «δικαιώθηκαν». Ίσως θα επιχειρήσουν να διεκδικήσουν ολοκληρωτικά και απόλυτα την αρχαία μακεδονική κληρονομιά. Και αυτό γιατί η υπαρξιακή ταύτιση με την αρχαία Μακεδονία είναι μονόδρομος για τους Σλάβους των Σκοπίων, ώστε να μπορέσουν να διαχωριστούν από τις υπόλοιπες γειτονικές σλαβικές εθνότητες και να διασφαλίσουν μια διακριτή γεωπολιτική ταυτότητα.
Αυτή η υφαρπαγή ενός κομματιού της αρχαίας ελληνικής ιστορικής κληρονομιάς, όμως, θα αμφισβητήσει άμεσα και χωρίς περιθώρια συμβιβασμών την ελληνική εθνική ταυτότητα, η οποία εδράζεται στην ίδια κληρονομιά. Η κατάσταση μάλλον θα επιδεινωθεί από το ότι αυτή η αυθαίρετη ανάγνωση της Ιστορίας από πλευράς των Σκοπίων θα οδηγήσει, περίπου αναπόφευκτα, και σε εδαφικές διεκδικήσεις έναντι της σημερινής Ελλάδας.
Βέβαια, οι διεκδικήσεις αυτές θα είναι εκτός πραγματικότητας λόγω των συσχετισμών ισχύος μεταξύ των δύο χωρών. Όμως, θα ενισχύσουν το ήδη έντονο αίσθημα ανασφάλειας των Ελλήνων, θα εντείνουν τα εχθρικά συναισθήματα μεταξύ των δύο λαών και θα οδηγήσουν τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ των δύο χωρών σε πρωτοφανή υψηλά σημεία. Και όλα αυτά θα λειτουργούν στο πλαίσιο της ΝΑΤΟϊκής αρχιτεκτονικής, άρα θα τη θέτουν εν κινδύνω.
Η δυσανεξία για την εθνική ταυτότητα
Υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε πρωτίστως να αναρωτηθούμε γιατί οι ελλαδικές ηγετικές ελίτ επιμένουν να προχωρήσουν σε μια παρόμοια επιλογή, η οποία θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα στη χώρα.
Όμως, η Ελλάδα δεν είναι μια φυσιολογική χώρα.Όπως ο γράφων έχει υποστηρίξει σε προηγούμενο άρθρο του στο SLpress.gr («Το φράγμα και η εξωτερική πολιτική χωρίς ιθαγένεια»), το ελλαδικό κράτος δημιουργήθηκε ως «κράτος πελάτης» (client state) της Δύσης, σκοπός του οποίου ήταν να λειτουργήσει ως φράγμα έναντι της Ρωσίας. Όμως, οι λαϊκές μάζες ήταν ταυτισμένες συναισθηματικά και υπαρξιακά με τη Ρωσία λόγω Ορθοδοξίας και ιστορικών μνημών.
Η αντίφαση αυτή οδήγησε στη δημιουργία ενός εγχώριου εξουσιαστικού πλέγματος, το οποίο περιφρονούσε και εχθρεύονταν τη λαϊκή βούληση. Απεχθανόταν την εθνική ανεξαρτησία γιατί αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε γεωπολιτικές επιλογές που θα στρέφονταν ενάντια στον πρωταρχικό ρόλο της Ελλάδας ως φράγμα έναντι της Ρωσίας. Για τον λόγο αυτό το ελλαδικό εξουσιαστικό κατεστημένο θεωρούσε και θεωρεί επικίνδυνη και ανεπιθύμητη την εθνική ταυτότητα, αφού αυτή θα μπορούσε να λειτουργήσει ως βάση έδρασης για την απαίτηση εθνικής ανεξαρτησίας.
Διαχρονικά, λοιπόν, το μόνιμο μέλημα των ηγετικών ελίτ στην Ελλάδα, στις οποίες εντάσσονται μεγάλο μέρος του πολιτικού συστήματος, του μιντιακού και ακαδημαϊκού κατεστημένου και του «πνευματικού κόσμου», καθώς και το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι μιας μεταπρατικής, παρασιτικής και αντιπαραγωγικής αστικής τάξης, ήταν να υπακούουν προθύμως και άνευ αντιλογίας τας διαταγάς του Δυτικού Παράγοντα και να τις επιβάλλουν στο λαό. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούν διάφορα πολιτικά ενδύματα ανάλογα την περίσταση και την ιστορική περίοδο.
Από το τέλος του Εμφυλίου μέχρι τη Μεταπολίτευση επένδυσαν στην αντικομμουνιστική «εθνικοφροσύνη», εν συνεχεία στο «Ανήκομεν εις την Δύσιν» και στο απατηλό όραμα της ενσωμάτωσης σε μια προηγμένη και πλούσια ΕΕ. Σήμερα επενδύουν στον «αντιεθνικισμό». Κάθε φορά, όμως, ο στόχος παραμένει ο ίδιος και είναι η επιβολή της θέλησης του Δυτικού Παράγοντα στον ελληνικό λαό.
Γιατί οι ΗΠΑ θέλουν δυσλειτουργικό ΝΑΤΟ
Δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει λοιπόν η παντελής έλλειψη εθνικής στρατηγικής από πλευράς των ηγετικών ελλαδικών ομάδων. Το ερώτημα είναι για ποιον λόγο οι ΗΠΑ και η Δύση γενικότερα, θέλουν ένα τέτοιο δυσλειτουργικό ΝΑΤΟ που θα προκύψει με την ένταξη των Σκοπίων, μετά την «επίλυση» του ζητήματος της ονομασίας; Και αυτό τη στιγμή που το ΝΑΤΟ είναι ήδη δυσλειτουργικό μόνο και μόνο λόγω μεγεθών, για να μην μιλήσουμε για την τουρκική «ιδιαιτερότητα».
Ακόμη και με μια «πειθαρχημένη» Τουρκία, ο μεγάλος αριθμός των χωρών που έχουν στριμωχτεί μέσα στο ΝΑΤΟ καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη την επίτευξη ομοφωνίας σε περίπτωση που προκύψει κάποια ρωσική «επιθετική» δραστηριότητα στις Δημοκρατίες της Βαλτικής, για παράδειγμα. Και αν μια τέτοια ομοφωνία είναι, έτσι και αλλιώς, δύσκολο να επιτευχθεί, καθίσταται ακόμη πιο αμφίβολη από τη δημιουργία και άλλων ανταγωνιστικών υποσυστημάτων μέσα στο ΝΑΤΟ, επιπροσθέτως αυτού της Ελλάδας-Τουρκίας.
Μια αρχική ερμηνεία αυτής της φαινομενικά λανθασμένης πολιτικής από πλευράς των ΗΠΑ, θα μπορούσε να είναι η διαβόητα κοντόθωρη αμερικανική στρατηγική σκέψη. Η Ουάσιγκτον απλά θέλει να γεμίσει τον χάρτη των Βαλκανίων με τα χρώματα του ΝΑΤΟ, αδιαφορώντας για το τι μέλλει γενέσθαι. Όμως, μπορεί να υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση, που να ταιριάζει καλύτερα στον πολύπλοκο διεθνή γεωπολιτικό χάρτη που διαμορφώνεται σήμερα. Την ερμηνεία αυτή, όμως, θα εξετάσουμε σε επόμενο άρθρο.
Πηγή: slpress.gr
Με μια πρώτη ματιά είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς την σπουδή των ΗΠΑ να εντάξουν στις ΝΑΤΟϊκές δομές τα Σκόπια, δεδομένου ότι με αυτόν τον τρόπο θα προκύψει ένα πιο εύθραυστο και δυσλειτουργικό ΝΑΤΟ. Πράγματι, με τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ, ο ανταγωνισμός των Σλάβων με τους Αλβανούς στο εσωτερικό του γειτονικού κρατιδίου, αλλά και ο ανταγωνισμός Σκοπίων-Αλβανίας, θα απειλεί ανά πάσα στιγμή την ενότητα της Συμμαχίας. Και συνακόλουθα θα απειλεί την αποτρεπτική της λειτουργία, η οποία βασίζεται σε ομόφωνες αποφάσεις.
Ταυτοχρόνως –και σε αντίθεση με ότι γενικώς πιστεύεται– η «επίλυση» του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων είναι πιθανόν να επιδεινώσει τον ανταγωνισμό με την Ελλάδα αντί να τον μειώσει. Μέχρι στιγμής, οι δύο χώρες συμβιούν σχετικώς αρμονικά, έχουν πολλά συνεργατικά στοιχεία στις οικονομικές και πολιτικές τους δράσεις και ο ανταγωνισμός για τη διεκδίκηση της ιστορικής κληρονομιάς της αρχαίας Μακεδονίας περιορίζεται στο ζήτημα του ονόματος.
Όμως, με το που θα «επιλυθεί» αυτό το ζήτημα με ένα σύνθετο όνομα που θα εμπεριέχει τον όρο Μακεδονία, τα Σκόπια είναι πολύ πιθανόν πως θα θεωρήσουν ότι «δικαιώθηκαν». Ίσως θα επιχειρήσουν να διεκδικήσουν ολοκληρωτικά και απόλυτα την αρχαία μακεδονική κληρονομιά. Και αυτό γιατί η υπαρξιακή ταύτιση με την αρχαία Μακεδονία είναι μονόδρομος για τους Σλάβους των Σκοπίων, ώστε να μπορέσουν να διαχωριστούν από τις υπόλοιπες γειτονικές σλαβικές εθνότητες και να διασφαλίσουν μια διακριτή γεωπολιτική ταυτότητα.
Αυτή η υφαρπαγή ενός κομματιού της αρχαίας ελληνικής ιστορικής κληρονομιάς, όμως, θα αμφισβητήσει άμεσα και χωρίς περιθώρια συμβιβασμών την ελληνική εθνική ταυτότητα, η οποία εδράζεται στην ίδια κληρονομιά. Η κατάσταση μάλλον θα επιδεινωθεί από το ότι αυτή η αυθαίρετη ανάγνωση της Ιστορίας από πλευράς των Σκοπίων θα οδηγήσει, περίπου αναπόφευκτα, και σε εδαφικές διεκδικήσεις έναντι της σημερινής Ελλάδας.
Βέβαια, οι διεκδικήσεις αυτές θα είναι εκτός πραγματικότητας λόγω των συσχετισμών ισχύος μεταξύ των δύο χωρών. Όμως, θα ενισχύσουν το ήδη έντονο αίσθημα ανασφάλειας των Ελλήνων, θα εντείνουν τα εχθρικά συναισθήματα μεταξύ των δύο λαών και θα οδηγήσουν τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ των δύο χωρών σε πρωτοφανή υψηλά σημεία. Και όλα αυτά θα λειτουργούν στο πλαίσιο της ΝΑΤΟϊκής αρχιτεκτονικής, άρα θα τη θέτουν εν κινδύνω.
Η δυσανεξία για την εθνική ταυτότητα
Υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε πρωτίστως να αναρωτηθούμε γιατί οι ελλαδικές ηγετικές ελίτ επιμένουν να προχωρήσουν σε μια παρόμοια επιλογή, η οποία θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα στη χώρα.
Όμως, η Ελλάδα δεν είναι μια φυσιολογική χώρα.Όπως ο γράφων έχει υποστηρίξει σε προηγούμενο άρθρο του στο SLpress.gr («Το φράγμα και η εξωτερική πολιτική χωρίς ιθαγένεια»), το ελλαδικό κράτος δημιουργήθηκε ως «κράτος πελάτης» (client state) της Δύσης, σκοπός του οποίου ήταν να λειτουργήσει ως φράγμα έναντι της Ρωσίας. Όμως, οι λαϊκές μάζες ήταν ταυτισμένες συναισθηματικά και υπαρξιακά με τη Ρωσία λόγω Ορθοδοξίας και ιστορικών μνημών.
Η αντίφαση αυτή οδήγησε στη δημιουργία ενός εγχώριου εξουσιαστικού πλέγματος, το οποίο περιφρονούσε και εχθρεύονταν τη λαϊκή βούληση. Απεχθανόταν την εθνική ανεξαρτησία γιατί αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε γεωπολιτικές επιλογές που θα στρέφονταν ενάντια στον πρωταρχικό ρόλο της Ελλάδας ως φράγμα έναντι της Ρωσίας. Για τον λόγο αυτό το ελλαδικό εξουσιαστικό κατεστημένο θεωρούσε και θεωρεί επικίνδυνη και ανεπιθύμητη την εθνική ταυτότητα, αφού αυτή θα μπορούσε να λειτουργήσει ως βάση έδρασης για την απαίτηση εθνικής ανεξαρτησίας.
Διαχρονικά, λοιπόν, το μόνιμο μέλημα των ηγετικών ελίτ στην Ελλάδα, στις οποίες εντάσσονται μεγάλο μέρος του πολιτικού συστήματος, του μιντιακού και ακαδημαϊκού κατεστημένου και του «πνευματικού κόσμου», καθώς και το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι μιας μεταπρατικής, παρασιτικής και αντιπαραγωγικής αστικής τάξης, ήταν να υπακούουν προθύμως και άνευ αντιλογίας τας διαταγάς του Δυτικού Παράγοντα και να τις επιβάλλουν στο λαό. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούν διάφορα πολιτικά ενδύματα ανάλογα την περίσταση και την ιστορική περίοδο.
Από το τέλος του Εμφυλίου μέχρι τη Μεταπολίτευση επένδυσαν στην αντικομμουνιστική «εθνικοφροσύνη», εν συνεχεία στο «Ανήκομεν εις την Δύσιν» και στο απατηλό όραμα της ενσωμάτωσης σε μια προηγμένη και πλούσια ΕΕ. Σήμερα επενδύουν στον «αντιεθνικισμό». Κάθε φορά, όμως, ο στόχος παραμένει ο ίδιος και είναι η επιβολή της θέλησης του Δυτικού Παράγοντα στον ελληνικό λαό.
Γιατί οι ΗΠΑ θέλουν δυσλειτουργικό ΝΑΤΟ
Δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει λοιπόν η παντελής έλλειψη εθνικής στρατηγικής από πλευράς των ηγετικών ελλαδικών ομάδων. Το ερώτημα είναι για ποιον λόγο οι ΗΠΑ και η Δύση γενικότερα, θέλουν ένα τέτοιο δυσλειτουργικό ΝΑΤΟ που θα προκύψει με την ένταξη των Σκοπίων, μετά την «επίλυση» του ζητήματος της ονομασίας; Και αυτό τη στιγμή που το ΝΑΤΟ είναι ήδη δυσλειτουργικό μόνο και μόνο λόγω μεγεθών, για να μην μιλήσουμε για την τουρκική «ιδιαιτερότητα».
Ακόμη και με μια «πειθαρχημένη» Τουρκία, ο μεγάλος αριθμός των χωρών που έχουν στριμωχτεί μέσα στο ΝΑΤΟ καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη την επίτευξη ομοφωνίας σε περίπτωση που προκύψει κάποια ρωσική «επιθετική» δραστηριότητα στις Δημοκρατίες της Βαλτικής, για παράδειγμα. Και αν μια τέτοια ομοφωνία είναι, έτσι και αλλιώς, δύσκολο να επιτευχθεί, καθίσταται ακόμη πιο αμφίβολη από τη δημιουργία και άλλων ανταγωνιστικών υποσυστημάτων μέσα στο ΝΑΤΟ, επιπροσθέτως αυτού της Ελλάδας-Τουρκίας.
Μια αρχική ερμηνεία αυτής της φαινομενικά λανθασμένης πολιτικής από πλευράς των ΗΠΑ, θα μπορούσε να είναι η διαβόητα κοντόθωρη αμερικανική στρατηγική σκέψη. Η Ουάσιγκτον απλά θέλει να γεμίσει τον χάρτη των Βαλκανίων με τα χρώματα του ΝΑΤΟ, αδιαφορώντας για το τι μέλλει γενέσθαι. Όμως, μπορεί να υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση, που να ταιριάζει καλύτερα στον πολύπλοκο διεθνή γεωπολιτικό χάρτη που διαμορφώνεται σήμερα. Την ερμηνεία αυτή, όμως, θα εξετάσουμε σε επόμενο άρθρο.
Πηγή: slpress.gr