Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2015

Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΤΕΙΧΟΣ ΠΑΡΑΝΟΙΑΣ !!!

Πλέγμα ανορθολογικών εμμονών και ανθελληνικών δοξασιών 

Του Δρ. Κωνσταντίνου Γρίβα 

Τείνει πλέον να καταστεί κοινός τόπος ότι οι επερχόμενες εκλογές θα διεξαχθούν στο πιο πολωμένο πολιτικό περιβάλλον που υπήρξε από την Μεταπολίτευση και μετά. Εκείνο όμως που, κατά την άποψη του γράφοντος, δεν έχει γίνει επαρκώς κατανοητό είναι ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές θα κληθεί να αντιμετωπίσει μία εξαιρετικά εχθρική κατάσταση στις συνομιλίες της με τους Ευρωπαίους εταίρους και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Κι αυτό όχι μόνο λόγω της πραγματικά πολύ άσχημης κατάστασης των ελληνικών δημοσιονομικών μεγεθών, αλλά και εξαιτίας μίας σειράς παραγόντων που καθιστούν εξαιρετικά προβληματική την όποια λογική συνεννόηση με τους δανειστές και «σωτήρες» της Ελλάδας.

Ο θρησκειοποιημένος μεταψυχροπολεμικός καπιταλισμός
Είναι εξαιρετικά πιθανό ότι ο επόμενος Έλληνας πρωθυπουργός θα έχει να αντιμετωπίσει όχι μία ομάδα σκληρών, ανελέητων, ακόμη και εχθρικών, αλλά εν πάσει περιπτώσει ορθολογικών συνομιλητών, αλλά ένα πλέγμα παρανοϊκών αντιλήψεων και εμμονών που περιορίζουν δραστικά τις πιθανότητες να βρεθεί πεδίο αλληλοκατανόησης.

Ο πρώτος από τους ανορθολογικούς παράγοντες που διαμορφώνουν την πολύπλοκη γεωοικονομική παγίδα μέσα στην οποία έχει εγκλωβιστεί η Ελλάδα είναι η ίδια η λειτουργία του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος. Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου η καπιταλιστική Δύση είχε να αντιπαραθέσει μία πραγματιστική λογική στην υποτιθέμενη ανορθολογικότητα του σοσιαλιστικού συστήματος. Υποτίθετο ότι ο καπιταλισμός ήταν κάτι που «δούλευε», κι αυτό συνέβαινε γιατί ήταν απαλλαγμένος από ιδεολογικές εμμονές και προσαρμοζόταν συνεχώς στην πραγματικότητα, σε αντίθεση με τον Υπαρκτό Σοσιαλισμό.
Ε, λοιπόν, αυτή η (αμφισβητήσιμη) αρετή του καπιταλισμού, να προσαρμόζεται στις συνεχώς μεταβαλλόμενες καταστάσεις της διεθνούς οικονομίας, πολύ απλά έπαψε να υπάρχει με το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης και τη «νίκη» της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο. Το καπιταλιστικό σύστημα ενδύθηκε τον μανδύα του νικητή και από εκεί που ήταν κάτι το οποίο χρησιμοποιούσαμε για τη λειτουργικότητά του, απέκτησε ιδεολογικά και μεταφυσικά στοιχεία, ό,τι ακριβώς κατηγορούσε πως συνέβαινε με τον Υπαρκτό Σοσιαλισμό.

Στην εξέλιξή του κατά τις τελευταίες δεκαετίες το καπιταλιστικό σύστημα «αποκαθάρθηκε» από τα απομεινάρια «σοσιαλιστικών» τάσεων που υπήρχαν σε αυτό, όπως ήταν οι αναιμικές κρατικές παρεμβάσεις και απορρυθμίστηκε ολοκληρωτικά. Κι αυτό όχι γιατί έτσι δούλευε καλύτερα, αλλά γιατί έτσι ήταν το «σωστό». Γιατί «έτσι πρέπει να γίνεται» και αν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με αυτό… τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα!
Έτσι οδηγηθήκαμε στην κυριαρχία των «αγορών», οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να οριστούν και ακόμη πιο δύσκολο να ελεγχθούν, από τη στιγμή που κάθε προσπάθεια ελέγχου τους αποτελεί περίπου έγκλημα καθοσιώσεως.

Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το νέο, θρησκειοποιημένο στην πραγματικότητα, διεθνές οικονομικό περιβάλλον, ένας μικρός παίκτης που «δυσλειτουργεί» ελάχιστες πιθανότητες έχει να καταφέρει να βρει κάποιους με τους οποίους θα μπορεί να έχει μία λογική συζήτηση.

Το ευρώ ως παράγοντας πολιτικής ενοποίησης
Αν ο απορρυθμισμένος καπιταλισμός αποτελεί ένα παγκόσμιο πρόβλημα, η ίδια η λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι έρμαιο ακόμη περισσότερων ανορθολογικών παραγόντων. Ο πρώτος εξ αυτών είναι η ίδια η ύπαρξη του ευρώ, αυτή καθεαυτή. Κι αυτό γιατί το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα δεν δημιουργήθηκε τόσο με οικονομικά όσο με πολιτικά κριτήρια, ως ένα ενδιάμεσο στάδιο για την περιβόητη πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, η οποία θα προέκυπτε σε κάποιο απροσδιόριστο μέλλον. Για την ακρίβεια, επιλέχθηκε ως η εύκολη λύση αντί για μία πιο πολύπλοκη και απαιτητική διαδικασία εναρμόνισης και ενοποίησης της αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής των ευρωπαϊκών χωρών. Όμως ένα κοινό νόμισμα δεν μπορεί να λειτουργεί ως πολιτικός ενοποιητικός παράγοντας. Κι αν προσπαθήσει να το κάνει θα οδηγήσει σε δυσλειτουργίες. Όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα. Πολύ απλά, είναι το λάθος εργαλείο για τη συγκεκριμένη δουλειά. Είναι σαν να αναθέτεις σε μία καφετιέρα να σου κάνει τη δουλειά του τόρνου ή το αντίστροφο.

Βέβαια, υπό φυσιολογικές συνθήκες, η προσπάθεια λειτουργίας του κοινού νομίσματος ως ενοποιητικού παράγοντα της Ευρώπης θα μπορούσε να αποτελεί ένα χαρτί στα χέρια της ελληνικής πολιτικής και, έως έναν βαθμό, κάτι τέτοιο ενδέχεται πράγματι να ισχύει. Κι αυτό γιατί αν αρχίσει να αποδομείται η κοινή νομισματική ταυτότητα της ΕΕ θα αποδομηθεί και η πολιτική της ενότητα, πράγμα που δύσκολα μπορούν να αποδεχτούν οι ευρωπαϊκές ελίτ, έστω κι αν η ενότητα αυτή επιβιώνει σήμερα σε καθαρά φαντασιακό επίπεδο.

Όμως οι συνθήκες στη σημερινή Ευρώπη απέχουν πολύ από το να είναι φυσιολογικές. Ακριβώς επειδή το ευρώ παίζει αυτό τον πολιτικό ρόλο που δεν θα έπρεπε να παίζει, τα ευρωπαϊκά κράτη τείνουν να αντιμετωπίζουν την Ελλάδα όχι ως μία χώρα χρήζουσα βοήθειας, αλλά σαν ένα μολυσμένο κομμάτι που πρέπει να απομονωθεί και να αποκοπεί πριν μεταδώσει τη μόλυνση στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό κορμό.

Ο διαχρονικός ανθελληνισμός της Δύσης
Η δυναμική αυτή ενισχύεται και από έναν ακόμη ανορθολογικό παράγοντα, ο οποίος δεν είναι παρά μία σειρά από αρνητικά στερεότυπα για την Ελλάδα και τους Έλληνες, ότι είναι «αντιπαραγωγικοί», «τεμπέληδες» και τα συναφή. Σύμφωνα με την άποψη του γράφοντος, οι ρατσιστικές στην ουσία τους αντιλήψεις αυτές αποτελούν τη σύγχρονη εκδήλωση ενός υποβόσκοντος ανθελληνισμού που επιβιώνει διαχρονικά στις δυτικο-ευρωπαϊκές κοινωνίες. Αυτός ο «ήπιος» ανθελληνισμός αποτελεί, σε κάποιο βαθμό, τον σκοτεινό διαλεκτικό πόλο ενός «φιλελληνισμού» που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη μετά το 1821, ο οποίος επίσης μαστιζόταν από ανορθολογικά στοιχεία και εμμονές.
Επιπροσθέτως, η λειτουργία της Ελλάδας ως αποδιοπομπαίου τράγου ενισχύεται και από τις χιλιαστικές και καλβνιστικές αντιλήψεις που βρίσκονται στη βάση των πολιτικών συμπεριφορών πολλών ευρωπαϊκών χωρών, κυρίως των βορείων.

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει σιγά – σιγά να αρχίσουμε να αποδεχόμαστε τη δυσάρεστη πιθανότητα ότι για κάποια κομμάτια των ευρωπαϊκών ελίτ, αλλά και των ευρωπαϊκών λαών, η Ελλάδα λειτουργεί περισσότερο ως εχθρός παρά ως κομμάτι μιας Ευρώπης που θέλει να γίνει ενιαία. Στη λογική αυτή, θα πρέπει είτε να οδηγηθεί στην έξοδο είτε να «μετανοήσει» και να τιμωρηθεί κατάλληλα δια της «εξαγνιστικής φτώχειας» ώστε να μπορέσει μετά να επιστρέψει στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Οι γερμανικές φοβίες και το νόμισμα
Ένας τελευταίος ανορθολογικός παράγοντας που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την εύρεση ρεαλιστικού τρόπου αντιμετώπισης των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, αλλά και των οικονομιών των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, είναι η καθυπόταξη του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος στις γερμανικές φοβίες.
Συγκεκριμένα, λόγω της κυρίαρχης θέσης της γερμανικής οικονομίας στην Ευρώπη, το ευρώ δημιουργήθηκε με πρότυπο το γερμανικό μάρκο. Και το κάθε γερμανικό μάρκο είχε δημιουργηθεί για να υπηρετεί σχεδόν αποκλειστικά έναν σκοπό: να είναι αντιπληθωριστικό. Κι αυτό γιατί η γερμανική οικονομία υπέστη τρομακτικά πλήγματα από τα δύο μεγάλα κύματα υπερπληθωρισμού που σάρωσαν τη χώρα μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στις αρχές της δε3καετίας του ’30. Οι μνήμες αυτών των οδυνηρών συμβάντων και οι εμμονές που προέκυψαν κατόπιν αυτών συνεχίζουν να ρυθμίζουν μέχρι και σήμερα την οικονομική πολιτική της Γερμανίας και –λόγω της ύπαρξης του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος- ολόκληρης της Ευρωζώνης. Κατά κάποιον τρόπο, το ευρώ αποτελεί το… λούτρινο αρκουδάκι το οποίο αγκαλιάζουν οι Γερμανοί για να κοιμούνται ήρεμοι τις νύχτες. Και τώρα ερχόμαστε εμείς, οι «κακοί Έλληνες», και το απειλούμε. Τόσο απλά. Το να περιμένει, λοιπόν, κανείς ότι μπορεί να βρει επαρκές πεδίο συνεννόησης σε αυτό το πλαίσιο, είναι μάλλον αφέλεια.

Η εμμονή των Γερμανών στον αντιπληθωριστικό χαρακτήρα του κοινού νομίσματος στερεί από το ευρώ τη βασική λειτουργία που έχει κάθε νόμισμα: να αποτελεί ένα πολυεργαλείο που θα χρησιμοποιεί το κατάλληλο εξάρτημα ανάλογα με την περίσταση. 
Το ευρώ είναι ένα μονοδιάστατο εργαλείο με μία αποστολή: την καταπολέμηση του πληθωρισμού. Για τον λόγο αυτό οι Γερμανοί αντιμάχονται με πείσμα μία από τις ελάχιστες κινήσεις που θα μπορούσε να κάνει η Ευρώπη προκειμένου να ξεπεράσει τα οικονομικά της προβλήματα. Το να δημιουργήσει, δηλαδή, νέο χρήμα ώστε να ξεπεραστούν τα δυσβάσταχτα χρέη των ευρωπαϊκών κρατών (και όχι μόνο της Ελλάδας) και να μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης. Κι αυτό γιατί μία τέτοια κίνηση θα προκαλούσε πληθωριστικές πιέσεις.

Κι εδώ επιστρέφουμε στην θρησκειοποίηση του «καπιταλισμού των αγορών», που αναφερθήκαμε στην αρχή. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που, πολύ λογικά, υποστηρίζουν ότι η κοπή νέου χρήματος σε περιβάλλον έντονης και ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποιημένης οικονομικής λειτουργίας μάλλον δεν θα οδηγήσει σε ανάπτυξη της Ευρώπης αλλά σε διαφυγή αυτού του χρήματος στο εξωτερικό, στην ενίσχυση των ανταγωνιστών της και στην περαιτέρω αποδόμηση της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Το θέμα είναι ότι η οικονομική λειτουργία δεν χρειάζεται, σώνει και καλά, να είναι τόσο παγκοσμιοποιημένη και κυρίως ανεξέλεγκτη. Μία δύναμη σαν την Ευρωζώνη μπορεί να επιβάλει τις θέσεις της αν πράγματι το θέλει. Έστω και εν μέρει. Όμως δεν φαίνεται να το θέλει, γιατί αυτό «δεν είναι το σωστό». Αντιθέτως, το «σωστό» είναι η διεθνής οικονομία να είναι πλήρως απορρυθμισμένη και παγκοσμιοποιημένη, να ρυθμίζεται από τις «αγορές» και να είναι απαλλαγμένη από την πολιτική.

Εν κατακλείδι, οι ευρωπαϊκές ελίτ βρίσκονται υπό την επήρεια εμμονών, φοβιών, ιδεολογικών προσταγμάτων και δεσμεύσεων αλλά και θρησκευτικών δοξασιών, καμουφλαρισμένων σε οικονομική σκέψη, ενώ παράλληλα δεν μας συμπαθούν και ιδιαίτερα. Άρα, όσοι πιστεύουν ότι η επόμενη κυβέρνηση αρκεί να είναι «ευρωπαϊκού προσανατολισμού» για να συνεννοηθεί μαζί τους, ενδέχεται να απογοητευτούν οικτρά.

Διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 271