“Το κλειδί για το γεωφυσικό πόλεμο είναι η αναγνώριση των περιβαλλοντικών ασταθειών στις οποίες η προσθήκη μικρής ποσότητας ενέργειας θα απελευθέρωνε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας”.
Ο έλεγχος των καιρικών συνθηκών είναι ένα παλιό όνειρο. Πάντα ο άνθρωπος...
επιθυμούσε ν’ αποκτήσει την ικανότητα να επηρεάζει και να καθοδηγεί τις βροχοπτώσεις. Στους περισσότερους πολιτισμούς της Γης ο βροχοποιός, που με τελετές και μαγικές επικλήσεις προσπαθούσε να συγκινήσει τον ουρανό για να εξαπολύσει το γονιμοποιό του «σπέρμα», ήταν άτομο περιβεβλημένο με τιμές και σεβασμό. Το 18ο αιώνα η επιστήμη ανέλαβε τα ηνία και προώθησε τη γνώση των καιρικών συνθηκών, αλλά μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα οι επιτυχίες σ’ αυτόν τον τομέα ήταν μικρές. Και μόλις τελευταία εμφανίστηκαν νέες τεχνολογίες που προσφέρουν στον άνθρωπο τη δυνατότητα να γίνει πραγματικός βροχοποιός.
Το βασικότερο κίνητρο για τον έλεγχο των κλιματολογικών συνθηκών ήταν η προστασία και η αύξηση της γεωργικής παραγωγής, που παραμένει έρμαιο των μετεωρολογικών συνθηκών. Πριν από έναν περίπου αιώνα ο Νίκολα Τέσλα θεωρούσε βέβαιο ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε να δαμάσει σύντομα τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις της Φύσης και ιδιαίτερα τις επικίνδυνες καταιγίδες. Τον Ιούνιο του 1900 ο Τέσλα είχε πει: «Είναι πολύ κοντά η εποχή που θα έχουμε τον απόλυτο έλεγχο των βροχοπτώσεων στην ατμόσφαιρα». Όσοι είναι πληροφορημένοι για τη ζωή και το έργο αυτής της «άσωτης» μεγαλοφυΐας γνωρίζουν πολύ καλά πως ο Τέσλα δεν αστειευόταν…
Ο Τέσλα γνώριζε ότι «ο Θεός έφτιαξε τη Γη» για να δονείται στη συχνότητα των 7-8 Hertz, που αποτελεί και τη βάση για τον έλεγχο του καιρού. Στις αρχές του 20ού αιώνα εφηύρε μια συσκευή για τη Μετάδοση Ηλεκτρικής Ενέργειας Με Φυσικά Μέσα, την οποία και κατοχύρωσε ως ευρεσιτεχνία το 1905 (αριθμός 787.412). Η συσκευή αυτή αποτελούσε μέρος του σχεδίου του για την ασύρματη μεταφορά ενέργειας, που βασιζόταν στη σωστή αξιοποίηση των μετεωρολογικών συνθηκών και ιδιαίτερα των ηλεκτρικών φορτίων της ατμόσφαιρας.
Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα ο μεγάλος Σερβοαμερικανός εφευρέτης είχε παθιαστεί με τις ιδέες άντλησης ενέργειας από την ιονόσφαιρα, της ασύρματης μεταφοράς ενέργειας και με τον έλεγχο των καιρικών συνθηκών προς όφελος της ανθρωπότητας. Ισχυρίζονταν πως με τη σωστή χρήση της ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας και των «κυμάτων Τέσλα» οι παγωμένες εκτάσεις θα μετατρέπονταν σε καλλιεργήσιμη γη, οι πόλεις θα καθάριζαν από τη μόλυνση, η ξηρασία θα αποτρέπονταν, όπως και οι καταστροφικές καταιγίδες και τυφώνες. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο Τέσλα, που είχε σχεδιάσει στροβιλοκινητήρες για οχήματα, υποστήριζε ότι μπορούσε να ελέγξει τους στροβίλους της Φύσης (κυκλώνες κτλ.) με μικροκύματα και ακτινοβολίες.
Οι «Μάγοι» του Καιρού
Μετά τον Τέσλα έγιναν αρκετές προσπάθειες για την κατασκευή συσκευών για τον έλεγχο του κλίματος. Το 1938 ορισμένοι επιστήμονες έκαναν την πρόταση να φωτιστεί ο νυκτερινός ουρανός μ’ ένα γύροτρον (gyrotron), μια συσκευή περιδίνησης ηλεκτρονίων, που θα θερμαινόταν από έναν πανίσχυρο μεταδότη. Αυτό που δεν ειπώθηκε ποτέ όμως ήταν ότι αυτός ο «θερμαστής» θα απελευθέρωνε στην ατμόσφαιρα δεκάδες εκατομμύρια βατ ηλεκτρισμού σε εξαιρετικά χαμηλές συχνότητες. Θα ήταν δηλαδή ένα κανονικό Κλιματολογικό Όπλο (Weather Warfare), που θα προκαλούσε απότομη και μεγάλη άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη μας! Την ίδια περίοδο ο Αυστριακός Βίκτορ Σάουμπεργκερ (Viktor Schauberger) κατασκεύασε «Μηχανές Ενδόρρηξης» (Implosion Engines), που παρήγαγαν ενέργεια από στροβιλισμό, εκμεταλλευόμενος δηλαδή ένα φυσικό φαινόμενο.
Το 1952 ο Γ.Ο. Σούμαν ανακάλυψε ότι η ακριβής συχνότητα αντήχησης της Γης είναι τα 7.83 Hertz και το 1958 ανακαλύφθηκε η ζώνη Βαν Άλεν, που βρίσκεται σε απόσταση πέρα των 3.000 χλμ. από τη Γη. Την ίδια χρονιά το αμερικανικό ναυτικό εξαπέλυσε τρεις πυρηνικές βόμβες μέσα στη ζώνη Βαν Άλεν (Project Argus). Το DoD άρχισε τότε να μελετά τρόπους επηρεασμού των καιρικών συνθηκών με κατευθυνόμενες επιθέσεις στη γη και στον ουρανό.
Το 1961 και το 1962 η ΕΣΣΔ και οι ΗΠΑ δημιούργησαν με τις αλλεπάλληλες πυρηνικές τους δοκιμές μια πληθώρα ηλεκτρομαγνητικών παλμών (EMPs), που επηρέασαν σημαντικά τις κλιματολογικές συνθήκες της ατμόσφαιρας. Οι 300 μεγάτονοι των πυρηνικών εκρήξεων υπολογίζεται ότι αποδυνάμωσαν τη ζώνη του όζοντος κατά 4%, προκαλώντας μια ανεπανόρθωτη καταστροφή.
Το 1962-1963 η CIA έκανε σημαντικές προσπάθειες να αλλοιώσει το ρυθμό και την έκταση των βροχοπτώσεων στην Ινδονησία, προκειμένου να επηρεάσει τον καιρό στο εμπόλεμο Βιετνάμ. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε ιωδιούχος άργυρος και ιωδιούχος μόλυβδος προκειμένου να διασκορπιστούν τα βροχοφόρα σύννεφα. Αργότερα οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στο νοτιοανατολικό Λάος. Στόχος των γεωφυσικών παρεμβάσεων ήταν να παραταθεί η εποχή των βροχοπτώσεων για να καταστεί έτσι δύσκολη η χρησιμοποίηση του διαδρόμου Χο Τσι Μιχ, του μονοπατιού ανεφοδιασμού των Βιετκόνγκ. Άλλοι στόχοι ήταν η παρεμπόδιση εχθρικών επιθέσεων, η απόκρυψη μυστικών επιχειρήσεων, η καταστροφή των σοδειών και η πρόκληση πλημμυρών που θα δυσκόλευαν τις κινήσεις των Βιετκόνγκ.
Το 1966 ο γεωφυσικός Γκόρντον Μακντόναλντ δημοσίευσε τις ιδέες του πάνω στη στρατιωτική χρήση της «μηχανικής του περιβάλλοντος», που προκάλεσαν αίσθηση στο στρατιωτικό κατεστημένο των ΗΠΑ. Ο Αμερικανός γεωφυσικός ήταν πολύ σαφής στις θέσεις του: «Το κλειδί για το γεωφυσικό πόλεμο είναι η αναγνώριση των περιβαλλοντικών ασταθειών στις οποίες η προσθήκη μικρής ποσότητας ενέργειας θα απελευθέρωνε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας». Στο βιβλίο του Εκτός Αν Γίνει Ειρήνη: Μια Επιστημονική Πρόβλεψη για Νέα Όπλα (1968), και ειδικότερα στο κεφάλαιο Πώς Να Καταστρέφεις το Κλίμα, ο Γκόρντον Μακντόναλντ περιέγραψε τεχνικές για τον έλεγχο του καιρού, για διαχείριση των κλιματολογικών συνθηκών, για λιώσιμο των πολικών πάγων, για αποδυνάμωση της οζοντόσφαιρας, για πρόκληση σεισμών, για έλεγχο των ωκεάνιων κυμάτων και ρευμάτων, ακόμη και για έλεγχο των εγκεφαλικών κυμάτων με την κατάλληλη διαχείριση των ενεργειακών πεδίων του πλανήτη! Σύμφωνα με τον ίδιο οι τέλεια συντονισμένες ηλεκτρομαγνητικές επιθέσεις «μπορεί να οδηγήσουν σε μια σειρά ταλαντώσεων που δημιουργούν σχετικά υψηλά ενεργειακά πεδία πάνω από ορισμένες περιοχές της Γης…» Είπε επίσης ότι αυτού του είδους τα όπλα μπορούν να κατασκευαστούν και, όταν χρησιμοποιηθούν, δεν μπορούν να ανιχνευτούν από τα θύματά τους.
Τη δεκαετία του 1960 στο Γουισκόνσιν των ΗΠΑ, το αμερικανικό ναυτικό άρχισε τα πειράματα πάνω στη χρήση των εξαιρετικά χαμηλόσυχνων κυμάτων (ELF) για επικοινωνία με εν καταδύσει υποβρύχια. Η κεραία εκπομπής αυτών των κυμάτων μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για τον έλεγχο του καιρού.
Το 1972 εμφανίζονται και οι πρώτες αναφορές για πειράματα «θέρμανσης της ιονόσφαιρας», που έγιναν στο Αρεσίμπο. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 κατασκευάζεται στη Νορβηγία ένας «ιονοσφαιρικός θερμαστής» ισχύος 100 μεγαβάτ, που μπορεί να επηρεάσει την αγωγιμότητα της ιονόσφαιρας.
Σημείωση: όποιος έχει τη δυνατότητα να διαχειριστεί την αγωγιμότητα της ιονόσφαιρας έχει την ικανότητα να ελέγξει και τις καιρικές συνθήκες. Την ίδια χρονιά η εξέλιξη της τεχνολογίας έκανε εφικτή την κατασκευή ενός κανονιού χημικού λέιζερ, που μπορούσε ν’ ανοίξει τρύπες στην οζοντόσφαιρα.
Το 1975 ο Αμερικανός Γερουσιαστής Γκέιλορντ Νέλσον υποχρέωσε το ναυτικό των ΗΠΑ να εγκαταλείψει τις έρευνες που έδειχναν ότι οι ELF εκπομπές μπορούσαν να διαταράξουν τη χημική σύσταση του ανθρώπινου αίματος! Οι έρευνες είχαν δείξει πως ένας άνθρωπος μπορούσε να γίνει στόχος των ELF ακτινοβολιών και να καταστραφεί η φυσιολογική σύσταση του αίματός του (λευκά αιμοσφαίρια κ.ά.) κι έτσι, χωρίς να το γνωρίζει, να πάθει θανατηφόρες, οργανικές και διανοητικές βλάβες.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 ο Σοβιετικός ερευνητής Α. Β. Γκούρεβιτς πρότεινε τη δημιουργία ενός τεχνητού ιονοσφαιρικού καθρέπτη, με τη βοήθεια του οποίου θα αντανακλούνταν στη Γη επιλεγμένες συχνότητες ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών.
Στις 4 Ιουλίου του 1976 άρχισαν να εκπέμπονται από τρεις γιγαντιαίους μεταδότες ισχύος 40 εκατομμυρίων βατ, που βρίσκονταν στο χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, μια σειρά από πανίσχυρα ηλεκτρομαγνητικά σήματα, που έγιναν αισθητά στις περισσότερες περιοχές του πλανήτη μας. Τα σήματα αυτά έγιναν γνωστά ως «Ο Ρωσικός Τρυποκάρυδος» και ήταν πολύ χαμηλής συχνότητας (ELF). Η συχνότητα εκπομπής αυτών των σημάτων ήταν τέτοια που έκανε τους Αμερικανούς ειδικούς να υποπτεύονται ότι οι Σοβιετικοί σκόπευαν, συν τοις άλλοις, να τροποποιήσουν το κλίμα της βόρειας Αμερικής, δημιουργώντας καταιγίδες και ηλεκτρομαγνητικές θύελλες, την περίοδο μάλιστα που επρόκειτο να υπογραφεί η συνθήκη που απαγόρευε την τροποποίηση του περιβάλλοντος!
Το 1977 μπήκε και η υπογραφή των ΗΠΑ στη Συνθήκη Απαγόρευσης της Στρατιωτικής ή Κάθε Άλλης Εχθρικής Χρήσης των Τεχνικών Διαχείρισης του Περιβάλλοντος (ENMOD), που προώθησε ο ΟΗΕ. Για τη χώρα που μόλις πριν λίγα χρόνια είχε χρησιμοποιήσει τεχνικές ελέγχου του καιρού για να πλήξει τον ανεφοδιασμό των Βιετκόνγκ από το μονοπάτι Χο Τσι Μιχ, αυτό ήταν μια τυπική σύμβαση, που προσπεράστηκε γρήγορα…
Το 1985 ο Μπέρναρντ Ίστλουντ, βασιζόμενος στις ιδέες του Τέσλα, κατοχύρωσε την υπ’ αριθμόν 4.686.605 ευρεσιτεχνία με τίτλο Μέθοδος και Συσκευή για τη Μεταβολή μιας Περιοχής της Ατμόσφαιρας, της Ιονόσφαιρας και/ή της Μαγνητόσφαιρας (Method and Apparatus for Altering a Region in the Earth’s Atmosphere, Ionosphere and/or Magnetosphere). Αυτή η ευρεσιτεχνία του Ίστλουντ, που θεωρείται και η βάση του «ιονοσφαιρικού θερμαστή» του προγράμματος HAARP, αποτελεί ουσιαστικά μια πρόοδο στις ιδέες και στις τεχνολογίες του Τέσλα, που πρώτος είχε συλλάβει τον τρόπο διαχείρισης των καιρικών συνθηκών…