Ρώσικη Ταινία: Ὁ Ἱερέας - ΠΟΠ
Κάποιες φορὲς λέμε πὼς ἡ εἰρηνικὴ ζωὴ
μᾶς εἶναι γεμάτη ἀπὸ μικροὺς θανάτους,
ὅταν μᾶς τυχαίνουν ἀπογοητεύσεις,
ματαιώσεις
καὶ ἀπώλειες, ὅταν ὅμως ὁ πόλεμος
φθάνει
στὴν πατρίδα σου, μπαίνει στὴ γειτονιά
σου
καὶ περνᾶ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ σου,
τότε ἡ
ζωὴ γεμίζει ἀπὸ τὴν ὀσμὴ τοῦ θανάτου
ποὺ
ἀνατρέπει παρελθὸν καὶ μέλλον,
διαλύει ὄνειρα
καὶ ἐπιδιώξεις καὶ σκοτώνει ἀγαπημένα
πρόσωπα.
Ἡ μοναξιὰ τελικά, εἶναι τὸ ἀντίτιμο
τῆς ἐπιβίωσης.
Ἡ ταινία ΠΟΠ, σὲ σκηνοθεσία τοῦ
Vladimir
Khotinenko, βασίζεται σὲ ἀληθινὰ γεγονότα
στὴ διάρκεια τοῦ Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Τὸ 1941 κατὰ τὴ Γερμανικὴ εἰσβολὴ στὴ
Σοβιετικὴ Ἕνωση, ὑπῆρξε κάποια χαλάρωση
λόγω τοῦ πολέμου, τῆς ἀπὸ δεκαετίες
ἐπίσημης σοβιετικῆς ἀντιθρησκευτικῆς
πολιτικῆς καὶ παράλληλη ἐνθάρρυνση ἀπὸ
πλευρᾶς τῶν Γερμανῶν τοῦ Ὀρθόδοξου
ρωσικοῦ κλήρου, γιὰ ἐπαναλειτουργία
τῶν ναῶν στὰ σοβιετικὰ ἐδάφη ποὺ εἶχαν καταλάβει.
Ἦταν ἕνα μέτρο
τῶν κατακτητῶν ναζί, νὰ ἐμφανισθοῦν σὰν
ἀπελευθερωτὲς τοῦ
ρωσικοῦ λαοῦ ἀπὸ τὸν ἄθεο κομμουνισμὸ τῶν
μπολσεβίκων.
Ὁ Μητροπολίτης Sergey Voskresensky, συνέστησε
τότε μία
Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολὴ ἀπὸ ἱερεῖς τῶν Βαλτικῶν
Δημοκρατιῶν
καὶ τὴν ἀπέστειλε στὴν κατεχόμενη περιοχὴ Pskov
τῆς Ρωσίας.
Ἀργότερα ἡ ἱεραποστολὴ κατηγορήθηκε γιὰ
συνεργασία μὲ τοὺς
Γερμανοὺς καὶ τοὺς ἱερεῖς ποὺ συμμετεῖχαν, τοὺς
κατηύθυναν σὲ
στρατόπεδα ἐργασίας. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς τῆς
ἀποστολῆς, ὁ Πατέρας
Aleksandr Ionin, ἔγραψε τὰ ἀπομνημονεύματά του,
μαρτυρία τῶν
ὅσων διαδραματίσθηκαν τότε, στὰ ὁποῖα στηρίχθηκε
τὸ βιβλίο καὶ
στὴ συνέχεια τὸ σενάριο τῆς ταινίας αὐτῆς ἀπὸ τὸν
Alexandr Segen.
Ο Aleksandr Ionin (Sergey Makovetsky), ζοῦσε σὲ ἕνα χωριὸ τῆς Λετονίας
πρὶν ἀπὸ τὴ ναζιστικὴ εἰσβολή, μαζὶ μὲ τὴ γυναίκα
τοῦ Matushka Alevtina
(Νίνα Usatova). Σὲ κομμουνιστικὸ καθεστώς, μὲ τὸν
φόβο τοῦ Πολέμου
νὰ ἐπεκταθεῖ ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ στὰ μέρη τους,
μὲ τὴ θρησκεία νὰ
λιτὴ ζωὴ τοῦ
χωριοῦ, ὁ ἱερέας Aleksandr ἔπρεπε νὰ παλεύει
συνειδητὰ ὅλη μέρα,
γιὰ νὰ διατηρήσει ζωντανὸ τὸ ἦθος τῆς ὀρθόδοξης
ἀγωγῆς καὶ πίστης του.
Ὅλα τριγύρω ρευστά, ἀστάθμητα, ἀλλὰ ἡ μικρὴ ἑβραία Hava ἐπιμένει καὶ τελικὰ βαπτίζεται Χριστιανὴ μὲ τὸ ὄνομα Εὕα (Liza Arzamasova).
Ἕνα μικρὸ κορίτσι, παίρνει τὴν τύχη του στὰ χέρια του καὶ ἀκολουθώντας στὴ συνέχεια τὸν ἱερέα καὶ τὴ Ματούσκα Ἀλεβτίνα στὸ Πσκόβ, προσδιορίζει ἔτσι τὸ μέλλον του. Στὴν οὐσία, ὅταν δὲν διστάζουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὶς καλὲς καὶ ἀγαθὲς παρορμήσεις μας, ὅταν δὲν τὶς ἀναστέλλουμε μὲ ὀρθολογισμὸ καὶ ὑπολογισμό, ὁ Θεὸς εὐλογεῖ τὴν προαίρεση, τὴν ἀπόφαση καὶ τὴν πράξη καὶ παρίσταται βοηθὸς καὶ ὁδηγὸς στὸ δρόμο μας.
Στὸ Πσκὸβ ἐπικρατεῖ μία νόθα κατάσταση.
Τὴν ἀπόρριψη τῶν σοβιετικῶν συμβόλων ἀπὸ τὴν
ἐκκλησία,
τὴν ἀνεύρεση στὸ ποτάμι τῆς παλιᾶς καμπάνας,
τὴν προετοιμασία
τοῦ Ναοῦ, ἀκολουθοῦν μικρὰ κομμάτια ζωῆς
ἀποσπασματικῆς,
μὲ στρατιωτικὴ βία καὶ πολιτικὲς σκοπιμότητες,
μὲ δραματικὲς
ἐξομολογήσεις καὶ ἐκδικήσεις, μὲ προδοσίες καὶ
συγχώρηση,
ὁ πόλεμος ξεπερνᾶ τοὺς ἐχθρούς, τοὺς δοσίλογους,
τοὺς
ἀμετανόητους καὶ τοὺς νεκροὺς καὶ γίνεται
καθημερινὸς
τρόπος ζωῆς, ἀφομοιώνεται κι’ ἐνσωματώνεται
σὰν τὸ ψωμὶ τῆς
ἀνέχειάς τους καὶ ἀλλοιώνει τοὺς χαρακτῆρες καὶ
τὶς ψυχές.
Ρῶσοι καὶ Γερμανοὶ στρατιῶτες, τοπικὴ polizai τῶν
ναζὶ
μὲ ρώσους ἀστυνομικούς, ρῶσοι παρτιζάνοι καὶ
γερμανικὸ
στρατόπεδο, αἰχμάλωτοι καὶ κατακτητές,
διαμορφώνουν
τὸ πρόσωπο τοῦ χάους, τῆς ἀντίθεσης καὶ τῆς
ταραχῆς, τὸ
πρόσωπο τοῦ πολέμου.
Ἐδῶ εἶναι ἡ καταστροφή, μαζὶ καὶ ἡ εὐκαιρία.
Ὁ καθένας
τὶς βλέπει μὲ τὰ δικά του μάτια. Ν’ ἀκολουθήσουμε
τὴ ματιὰ
τῆς μικρῆς Εὕας; Ἐκείνη ἀκολουθεῖ τὰ ὄνειρά της,
μπορεῖ
καὶ βλέπει μὲ τὴν ἀθωότητά της, μακρύτερα ἀπὸ
τὸν πόλεμο.
Νὰ δοῦμε μὲ τὰ μάτια τῆς Ματούσκα Ἀλεβτίνα;
Ὁ ρεαλισμὸς καὶ
ἡ λογική της γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς κάθε στιγμῆς,
χωρὶς
ἀμφισβητήσεις καὶ χωρὶς σκεπτικισμό, ἀλλὰ μὲ
πολλὴ ἀγάπη,
ἔφεραν στὴν ἐπιφάνεια τὸν πραγματικὸ ἑαυτό της.
Μὲ ἑπτὰ
υἱοθετημένα ὀρφανὰ ἐκτός της Εὕας, μετέχει κι΄
ἀντιμετωπίζει
τὰ προβλήματα μὲ θάρρος, ὑπομονή, στοργὴ καὶ
αὐταπάρνηση
ποὺ θὰ φθάσει στὴν ὁλοκληρωτικὴ θυσία.
Ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου, μᾶς παρέχει ἄφθονες
εὐκαιρίες.
Σὲ σκληρὲς περιστάσεις, ἀκόμα περισσότερες.
Τέτοιες ὧρες
ποὺ ὑπερβαίνουν τὶς δυνατότητές μας, δὲν προλαβαίνεις
νὰ ὑποδυθεῖς
τὸν καλό, τὸν αὐτάρκη, τὸν ἀποφασιστικό. Εἶσαι αὐτὸς
ποὺ εἶσαι.
Δὲν προλαβαίνεις νὰ ἐπιλέξεις, νὰ μπεῖς σὲ δίλημμα.
Λὲς μόνο,
ὄχι μὲ λόγια, μὲ τὴν καρδιά, μὲ λαχτάρα: «Κύριε, βρίσκομαι
σὲ ἀδιέξοδο.
Δὲν ἔχω τὴ δύναμη γιὰ ἐπιλογή, δὲν θέλω νὰ κάνω λάθος.
Κύριε,
ἡ βούλησή μου εἶναι δική Σου. Δῶσε τὴ λύση ποὺ θὰ
φέρει καὶ πάλι
γαλήνη στὴν καρδιά μου, ποὺ θὰ μὲ κρατήσει κοντὰ στὴν
ἀγάπη
Σου, χωρὶς τύψεις, ἐνοχὲς καὶ ἀμφιβολίες». Καὶ ἀκολουθεῖς
τὴν καρδιά
σου, στὸ δρόμο ποὺ θὰ σοὺ ὑποδείξει ὁ Θεός.
εἶναι διαφορετικά,
εἶναι ὅμως στραμμένα ὅλο
καὶ περισσότερο
στὸν Γολγοθά. Ὅλοι ἐπιθυμοῦμε
τὴν ἀγάπη
τοῦ Ἰησοῦ, ὅμως ὁ ἱερέας
μετέχει
καθημερινὰ στὴ θυσία τῆς
ἀγάπης αὐτῆς.
Τῆς ἀγάπης ποὺ κάνει τὸν
ἴδιο νὰ
αἰσθάνεται αὐξημένη εὐθύνη
γιὰ ὅλο
τὸ ποίμνιό του. Γιὰ τὰ
παιδάκια ποὺ
ὀρφάνεψαν, γιὰ τὸν νεαρὸ
ποὺ οἱ Γερμανοὶ
τοῦ σκότωσαν τὴν ἀγαπημένη
τοῦ Μάσα,
γιὰ τὴ συμπάθεια ποὺ ὀφείλει σὲ κάθε
πονεμένο ἀδελφό, γιὰ τὴ βοήθεια ποὺ
προσπαθεῖ μὰ δὲν τοῦ ἐπιτρέπουν
νὰ προσφέρει στοὺς αἰχμαλώτους.
Ἀλλὰ ὅταν ἡ ἀτμόσφαιρα τοῦ πόνου
καὶ τοῦ θανάτου τὸν κατακλύζει καὶ τὸν
πνίγει μὲ συναισθήματα ἄρνησης, θὰ ἔχει
τὴ δύναμη νὰ ψάλλει ἐξόδιο ἀκολουθία γιὰ
τοὺς προδότες;
Τὰ νοήματα τῶν γεγονότων ὅμως θὰ
ζυμωθοῦν σιγὰ-σιγὰ μὲ τὸν χρόνο, θὰ ἀφομοιωθοῦν
σὲ κάποιο
στρατόπεδο καταναγκαστικῆς ἐργασίας Γκούλαγκ.
Ἡ δοκιμασία τοῦ ἱερέα δὲν τελείωσε. Ἡ δοκιμασία
κανενὸς ἀνθρώπου
δὲν τελειώνει ποτὲ ὅσο ζεῖ, ὅμως ὁ ἱερέας δὲν ξεχνᾶ,
συνεχίζει νὰ
ἔχει στραμμένο τὸ βλέμμα του στὸν Ἰησοῦ, ἀκόμα
καὶ μέσα στὸν
ἐξαναγκασμὸ τῶν Γκούλαγκ καὶ ἀκόμα περισσότερο
ὅταν ἡ θύελλα
ἔχει κοπάσει.
Τὰ χρόνια πέρασαν. Ἡ Ματούσκα Ἀλεβτίνα λείπει πάντα
ἀπὸ τὴ ζωή του.
Καμιὰ ἀγαπημένη εἰκόνα ἀπὸ παλιὰ δὲν θὰ ἀναβιώσει,
νὰ τὸν
συγκινήσει ξανά. Ἡ μοναξιὰ εἶναι τὸ τίμημα τῆς ἐπιβίωσης,
γιὰ αὐτοὺς
ὅμως ποὺ περιορίζουν τὸ πνεῦμα τους στὰ στενὰ
ὅρια τοῦ κόσμου
τούτου. Γιὰ τὸν ἱερέα δὲν ὑπάρχει μοναξιά. Μέσα στὴν
προσευχή,
νοιώθει τὴ ζωντανὴ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά
του, νοιώθει
τὴν ἀγάπη Του καὶ μαζί της, τὴν παρουσία ὅλων τῶν
ἀγαπημένων του.
Καὶ δὲν εἶναι ἡ φαντασία ποὺ δημιουργεῖ μία
ψευδαίσθηση, δὲν εἶναι
ἡ αὐθυποβολὴ ποὺ τοῦ δίνει τὴν αἴσθηση τῆς
κοινωνίας,
τῆς συντροφικότητας, εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ κρατᾶ
ἀνοιχτούς
τους δρόμους τῆς καρδιᾶς. Κι’ ἐκεῖ βαθιὰ στὴν ψυχή,
τὸ ἐκλεπτυσμένο ἀπὸ τὶς δοκιμασίες πνεῦμα, δέχεται
τὶς ἀπαντήσεις τῆς νοερῆς ἐπικοινωνίας.
Ὅποιος ἔχει τὴν αἴσθηση τοῦ Θεοῦ, δὲν νοιώθει ποτὲ
ἀπελπισία καὶ μοναξιά. Ἡ ἐγρήγορση δὲν εἶναι μόνο
γιὰ τοὺς ἱερεῖς, οὔτε μόνο γιὰ νὰ μᾶς προστατεύει ἀπὸ
τὶς ὕπουλες δαιμονικὲς ἐνέδρες, μᾶς δίνει ἀκόμα τὴν
ἱκανότητα νὰ διακρίνουμε τὶς εὐκαιρίες ποὺ μᾶς παρέχει
ὁ Θεὸς γιὰ νὰ βρισκόμαστε κοντά Του καὶ τὴ δυνατότητα
ἐπίσης, νὰ κατανοοῦμε ἄμεσα τὰ μυστικὰ μηνύματά Του
στὴν καρδιά μας.
http://pamtaxtainies.blogspot.com/